Είναι γνωστό πως μια μέρα γεμάτη ενέργεια και ζωντάνια είναι αποτέλεσμα ενός ξεκούραστου και επαρκούς βραδινού ύπνου. Για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις της καθημερινότητας και τις υποχρεώσεις μας, το να έχουμε κοιμηθεί καλά είναι πολύ σημαντικό κομμάτι. Πόσες ώρες όμως βραδινού ύπνου είναι απαραίτητες για την σωστή ξεκούραση και τη διατήρηση της υγεία μας;
Μια μελέτη από το πανεπιστήμιο Binghamton στη Νέα Υόρκη αποκάλυψε πόσο ύπνο χρειαζόμαστε για να μειώσουμε την πιθανότητα κατάθλιψης και άγχους, ενώ για μια ακόμη φορά οι επιστημονικές έρευνες αναδεικνύουν τη σημασία του πλήρους νυχτερινού ύπνου.
Σύμφωνα με αυτή, εάν παίρνουμε λιγότερο από οχτώ ώρες ύπνου τη νύχτα, τότε υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουμε παθήσεις όπως το άγχος και η κατάθλιψη. Η μελέτη που δημοσιεύθηκε νωρίτερα αυτή τη χρονιά στο περιοδικό Journal of Behavior Therapy & Experimental Psychiatry, κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο ανεπαρκής ύπνος είναι η αιτία για αρνητικές σκέψεις οι οποίες μπορούν να μας οδηγήσουν στην αϋπνία.
Η Δρ. Meredith Coles, καθηγήτρια Ψυχολογίας, που ηγήθηκε της μελέτης, δήλωσε πως με την πάροδο του χρόνου διαπιστώθηκε ότι οι επαναλαμβανόμενες αρνητικές σκέψεις σχετίζονται με πολλές διαφορετικές διαταραχές όπως το άγχος και η κατάθλιψη.
«Αυτό είναι πρωτότυπο στο ότι ερευνούμε την σύνδεση μεταξύ των διαταραχών του ύπνου και του τρόπου που επηρεάζουν αυτές τις βασικές διαδικασίες οι οποίες βοηθούν στην αντιμετώπιση αυτών των εμμονικών αρνητικών σκέψεων».
Σε σχετική με το θέμα μελέτη του το πανεπιστήμιο Southern Georgia, αποκάλυψε πως έστω και μια ώρα λιγότερου ύπνου αυξάνει κατά 60-80% τις πιθανότητες να υποφέρουμε από κατάθλιψη, απελπισία, νευρικότητα και ανησυχία.
Σύμφωνα με το ιατρικό περιοδικό Medscape, η Δρ Kelly Sullivan δήλωσε πως το «να υποφέρουμε από αϋπνία μια στο τόσο, είναι κάτι το οποίο μπορούμε να «επανορθώσουμε» άμεσα. Όταν όμως το συγκεκριμένο πρόβλημα αποκτά χρόνιο χαρακτήρα, τότε αισθανόμαστε αυτά τα αποτελέσματα. Ένας στους τρεις από εμάς υποφέρει από διαταραχές ύπνου, εξαιτίας της υπερβολικής χρήσης υπολογιστών και της συχνής μεταφοράς μέρους της δουλειάς στο σπίτι. Ωστόσο, το κόστος όλων αυτών των αγρυπνιών δεν εξαντλείται στην ύπαρξη κακής διάθεσης και στην έλλειψη εστίασης, σύμφωνα με το NHS. Ο τακτικός κακός ύπνος μας καθιστά ευάλωτους απέναντι στον κίνδυνο σοβαρών ιατρικών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένης της παχυσαρκίας, των καρδιακών παθήσεων και του διαβήτη, ενώ μειώνει το προσδόκιμο της ζωής μας».
[πηγή]