Η συχνή κατανάλωση τροφών με άφθονα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα (υπάρχουν σε αρκετά ψάρια και θαλασσινά) μειώνει τόσο τη συχνότητα όσο και την ένταση των πονοκεφάλων και των ημικρανιών, σύμφωνα με μια νέα μελέτη Αμερικανών επιστημόνων, η οποία δίνει βάσιμη αισιοδοξία σε πολλούς ανθρώπους που υποφέρουν από επίμονους πονοκεφάλους. Αντίθετα τα ωμέγα-6 αυξάνουν την πιθανότητα των πονοκεφάλων και ημικρανιών.
Οι ερευνητές του Εθνικού Ινστιτούτου Γήρανσης των ΗΠΑ στη Βαλτιμόρη και του Πανεπιστημίου της Β.Καρολίνα, με επικεφαλής τον δρα Κρίστοφερ Ράμσντεν, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal» (BMJ), μελέτησαν 182 ασθενείς με μέση ηλικία 38 ετών (το 88% γυναίκες), που είχαν ημικρανίες για πέντε έως 20 μέρες μέσα στο μήνα (κατά μέσο όρο τις μισές μέρες του μήνα) και επί περίπου πέντε ώρες τη μέρα.
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν τυχαία σε τρεις ομάδες και ακολούθησαν διαφορετική διατροφή επί 16 εβδομάδες. Τα άτομα που κατανάλωναν πολλά ωμέγα-3, εμφάνισαν κατά μέσο όρο λιγότερους κατά 1,3 ώρες πονοκεφάλους τη μέρα, ενώ είχαν και δύο μέρες λιγότερες με πονοκέφαλο μέσα στο μήνα.
Όσοι έτρωγαν τροφές με πολλά ωμέγα-3 και, παράλληλα, με λίγα ωμέγα-6, είδαν ακόμη μεγαλύτερη βελτίωση, καθώς είχαν 1,7 λιγότερες ώρες πονοκέφαλο μέσα στη μέρα και τέσσερις λιγότερες μέρες με πονοκέφαλο μέσα στο μήνα. Αυτό δείχνει ότι ο καλύτερος συνδυασμός είναι να υπάρξει ταυτόχρονα αύξηση των ωμέγα-3 και μείωση των ωμέγα-6 λιπαρών οξέων. Με αυτό τον τρόπο, οι πονοκέφαλοι γίνονται λιγότερο συχνοί, αλλά επίσης πιο σύντομοι και λιγότερο επώδυνοι.
«Οι αλλαγές στη διατροφή μπορούν να προσφέρουν κάποια ανακούφιση στα εκατομμύρια των ανθρώπων που υποφέρουν από ημικρανίες και πονοκεφάλους. Οι τροφές που τρώμε, μπορούν να επηρεάσουν τον πόνο», δήλωσε ο Ράμσντεν.
Οι ημικρανίες, μια νευρολογική πάθηση, είναι από τις συχνότερες αιτίες χρόνιου πόνου, χαμένων ωρών εργασίας και μειωμένης ποιότητας ζωής. Περισσότεροι από τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως πάσχουν από χρόνια ημικρανία (τουλάχιστον 15 μέρες το μήνα) και πάνω από το 90% των ασθενών δεν μπορούν να εργαστούν ή να λειτουργήσουν φυσιολογικά στη διάρκεια μιας κρίσης ημικρανίας, η οποία μπορεί να διαρκέσει από τέσσερις ώρες έως τρεις μέρες.
Οι γυναίκες 18 έως 44 ετών είναι κατ’ εξοχήν επιρρεπείς σε ημικρανίες. Εκτιμάται ότι σχεδόν μία στις πέντε γυναίκες στις ανεπτυγμένες χώρες υποφέρει από ημικρανίες κατά καιρούς. Τα υπάρχοντα φάρμακα συνήθως προσφέρουν μερική μόνο ανακούφιση και επίσης μπορούν να προκαλέσουν παρενέργειες, όπως υπνηλία ή εθισμό.