Οι άνθρωποι έχουν πολλούς λόγους για τους οποίους ταξιδεύουν. Υπάρχει όμως μια παγκόσμια κοινότητα που αριθμεί περίπου 30.000 μέλη και ταξιδεύουν για μία αγάπη: το κρασί. Λέγονται #winelovers και δεν είναι άλλο από άτομα που τους ενώνει το ενδιαφέρον για την ιστορία του κρασιού, την παραγωγή, τις ποικιλίες και τη σύνδεσή του με τη γεωγραφία, τη γαστρονομία και την κουλτούρα του κάθε τόπου. Μια ετερόκλιτη ομάδα ανθρώπων, κάποιοι επαγγελματίες του χώρου, οινογνώστες και ειδικοί και άλλοι ερασιτέχνες και λιγότερο μυημένοι. Στην ομάδα δεν υπάρχουν στεγανά ή περιορισμοί όπως λέει ο Βραζιλιάνος ιδρυτής της κοινότητας Luiz Alberto (ο οποίος κατοικεί στην Μασαχουσέτη) μιλώντας στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων. «Αυτό που επιδιώκουμε είναι να βρισκόμαστε συχνά και στην «πραγματική» ζωή, δηλαδή δια ζώσης, καθώς πρακτικά επικοινωνούμε μέσω της διαδικτυακής μας πλατφόρμας #winelovers στο Facebook και να οργανώνουμε ταξίδια και συναντήσεις σε οινοποιεία, χώρους και μέρη που σχετίζονται με την παραγωγή του οίνου» αναφέρει, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα αποτελεί δημοφιλές τόπο συνάντησης για την κοινότητα.
Στο πλαίσιο αυτό ο κ.Alberto υπογραμμίζει ότι ο οινοτουρισμός είναι πολύ σημαντικός για την ανάπτυξη της οικονομίας ειδικά σε μικρές πόλεις, όχι μόνο για τα οινοποιεία αλλά και για τα εστιατόρια και τα μαγαζιά της περιοχής.
Ειδικά για την Ελλάδα, ο ambassador των #Winelovers στη χώρα μας (κάθε χώρα έχει και τον δικό της εκπρόσωπο) και κορυφαίος οινογνώστης, Θεόδωρος (Ted) Λέλεκας αναφέρει ότι ο οινοτουρισμός «δεν είναι τόσο ανεπτυγμένος στον βαθμό που θα μπορούσε αλλά αναπτύσσεται με αργά βήματα και δεν αργεί η ώρα του». Εξηγεί όμως, ότι ο οινοτουρισμός «δεν περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από το κρασί: Περικλείει και την τοπική γαστρονομία, τα τοπικά προϊόντα, τις φυσικές ομορφιές ενός τόπου, πιθανούς χώρους αρχαιολογικού ή λαογραφικού ενδιαφέροντος κλπ. Γι’ αυτό και η ανάπτυξη του οινοτουρισμού δεν ωφελεί μόνον τους οινοποιούς, αλλά μία ολόκληρη αλυσίδα».
Η Ελλάδα, όπως τονίζει ο κ.Λέλεκας, και μπορεί και πρέπει να γίνει ανταγωνιστική στον οινοτουρισμό. «Έχουμε τεράστια γεωγραφική ποικιλομορφία (αμπελώνες σε βουνά, πεδιάδες, νησιά, δίπλα στη θάλασσα, σε μεγάλα υψόμετρα κλπ) και αυτό μεταφράζεται σε τεράστια ποικιλία εμπειριών που η Ελλάδα μπορεί να προσφέρει στον οινοτουρίστα. Αντίστοιχα, έχουμε και ποικιλίες και τύπους κρασιών για όλα τα γούστα και όλα τα επίπεδα οινικής εμπειρίας», εξηγεί και προσθέτει: «Αυτό που πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη μας, όσον αφορά στον οινοτουρισμό, είναι ότι δεν έχει την παραμικρή εποχικότητα. Ο οινοτουρίστας, δηλαδή, είτε προέρχεται από το εσωτερικό είτε από το εξωτερικό, μπορεί να περάσει το ίδιο εκπληκτικά το καλοκαίρι στην Κρήτη ή τη Σαντορίνη, όσο και το χειμώνα στο Μέτσοβο ή στη Νάουσα. Και, όπως όλοι ξέρουν, η 12μηνη σεζόν αποτελεί το «ιερό δισκοπότηρο» στον τουριστικό κλάδο».
Ένας wine lover δεν είναι ποτέ μόνος
Πώς όμως κάποιος φτάνει σε σημείο να αγαπήσει τόσο το κρασί και να «μυηθεί» στον κόσμο του; «Νομίζω ότι για αυτό φροντίζει το ίδιο το κρασί», απαντάει ο κ.Λέλεκας. «Η αγάπη για το κρασί είναι ένα «μικρόβιο» που, αν το κολλήσεις, δεν σε αφήνει ποτέ. Και όσο πιο πολύ χρόνο και αγάπη του δίνεις, τόσο πιο πολλά παίρνεις πίσω» αναφέρει και συμπληρώνει: «Για μένα ο πιο σημαντικός παράγοντας στη ζωή του wine lover είναι οι φίλοι. Το κρασί θέλει παρέα για να το μοιραστείς, να το συζητήσεις, να το ταιριάξεις, να το απολαύσεις. Ο πραγματικός wine lover δεν μπορεί να είναι μόνος του. Το κρασί είναι συνώνυμο με την παρέα, την κοινωνικότητα. Μαζί με τους φίλους, λοιπόν, που μοιράζονται το ίδιο πάθος, ο wine lover απολαμβάνει και ταξιδεύει – μεταφορικά και κυριολεκτικά».
Ωστόσο, όπως εξηγεί, για να κάνει κανείς οινοτουρισμό, η γνώση πάντα βοηθάει. «Πιστεύω ότι όσο περισσότερο το γνωρίζεις το κρασί, τόσο πιο πολύ το απολαμβάνεις. Γι’ αυτό άλλωστε το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς μου είναι αφιερωμένο στην οινική εκπαίδευση». Για τον οινοτουρισμό, ο κ.Λέλεκας επισημαίνει ότι οι γνώσεις που χρειάζονται αποκτώνται με έρευνα. Πρέπει κάποιος να ξέρει τι έχει να προσφέρει ένας συγκεκριμένος προορισμός, πού και πώς θα βιώσει τις εμπειρίες που θέλει, καθώς και πώς θα τις πλαισιώσει με όλα τα άλλα που διαθέτει ο συγκεκριμένος τόπος. «Και βέβαια, ειδικά στον οινοτουρισμό, δουλεύει αφάνταστα αυτό που λέμε «word of mouth», δηλαδή οι προτάσεις και οι συμβουλές από φίλους και γνωστούς που έχουν ήδη πάει κάπου και μοιράζονται με χαρά την εμπειρία τους», σημειώνει.
Αν ο έρωτας ήταν κρασί θα ήταν ροζέ σαμπάνια και η Ελλάδα λευκό ασύρτικο και μαλαγουζιά
Για έναν «lover» του κρασιού όπως ο κ.Λέλεκας, ο έρωτας θα μπορούσε να είναι μόνο μια ροζέ Σαμπάνια. «Κομψή, δροσιστική, σαγηνευτική, δίνει χρώμα και όμορφη διάθεση σε κάθε στιγμή, ειδικά τις πιο ιδιαίτερες. Και βέβαια, επειδή, όπως ξέρουμε, ο έρωτας περνάει από το στομάχι, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ροζέ Σαμπάνια είναι και ένα άκρως γαστρονομικό κρασί».
Αν η Ελλάδα ήταν κρασί, κατά τον expert του είδους κ.Λέλεκα, θα ήταν ένα όμορφο λευκό κρασί από Ασύρτικο και Μαλαγουζιά. «Μέσα από το Ασύρτικο θα έβγαζε την αυστηρότητα αλλά και την εκρηκτική οξύτητα που χαρίζουν τα άγονα, δύσκολα εδάφη των νησιών ή των βουνών μας, η Μαλαγουζιά όμως θα συμπλήρωνε τα ολόφρεσκα αρώματα των λουλουδιών και των βοτάνων που συναντάμε σε αφθονία στην ύπαιθρο της υπόλοιπης χώρας μας».
Το καλύτερο κρασί είναι….
Στην ερώτηση πιο είναι το αγαπημένο του κρασί, ο ιδρυτής των #winelovers Luiz Alberto αδυνατεί να απαντήσει: «Αυτή είναι μια ερώτηση πολύ δύσκολο να απαντηθεί. Στην πραγματικότητα, όταν λέω «πολύ δύσκολο» αυτό που πραγματικά εννοώ είναι ότι είναι πρακτικά αδύνατο για μένα να απαντήσω. Απλώς για να σας δώσω μια ιδέα για το βαθμό δυσκολίας, επιτρέψτε μου να πω ότι θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο για μένα να ονομάσω το αγαπημένο μου κρασί από τη Σαντορίνη. Πολλαπλασιάστε το αυτό με τα άλλα μέρη της Ελλάδας που παράγουν καλό κρασί και μετά με όλα τα μέρη που παράγουν καλό κρασί στις άλλες χώρες… Καταλάβατε;».
Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο ίδιος, ένα καλό κρασί δεν είναι πάντα ακριβό. «Αυτό που πρέπει να υπάρχει είναι μια καλή αναλογία στη σχέση ποιότητας και τιμής, για να χαρακτηριστεί ένα κρασί καλό», επισημείνει ο κ.Alberto.
Για τον κ.Λέλεκα, που είχε όπως λέει την τύχη να δοκιμάσει πολλά κρασιά από την Ελλάδα και τον κόσμο στην πορεία του ως τώρα – μεταξύ τους πολλά σπάνια, ακριβά, περίεργα, συλλεκτικά, ακυκλοφόρητα κλπ, η «αξία» ενός μπουκαλιού «δεν έχει να κάνει με το ταμπελάκι της τιμής, αλλά με τη στιγμή, το μέρος και – βέβαια – την παρέα με την οποία θα το μοιραστώ. Έτσι ξέρω ότι, όσα καλά κρασιά κι αν έχω απολαύσει στη ζωή μου, τα καλύτερα έρχονται!».
ΑΜΠΕ