Η ταμπέλα στην είσοδο του οικισμού με την επιγραφή: «ΔΟΞΑΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΚΗ ΠΟΛΗ» θυμίζει σε κάθε επισκέπτη τις απάνθρωπες σφαγές αθώων πολιτών και τις καταστροφές από τα βουλγαρικά στρατεύματα κατοχής το 1913 και το 1941. Οι δύο σφαγές μείωσαν κατά πολύ τον πληθυσμό και κατέστρεψαν τον οικισμό με τα λαμπρά αρχιτεκτονικά οικοδομήματα, με αποτέλεσμα μια σημαντική κωμόπολη της Δράμας να χάσει τη δυναμικότητά της.
Οι μνήμες, παραμένουν πάντα ζωντανές, θυμίζοντας όχι μόνο τις δύσκολες στιγμές που έζησαν οι κάτοικοι του Δοξάτου αλλά και τις όμορφες μέρες ευημερίας και πλούτου που αποτυπώνονται μέχρι σήμερα στα εντυπωσιακής αρχιτεκτονικής κτίσματα, πολλά από τα οποία σώζονται σε άριστη κατάσταση. Είναι δημόσια και ιδιωτικά κτίσματα που δίνουν σε αυτή τη μικρή κωμόπολη της Δράμας έναν κοσμοπολίτικο αέρα.
Όλον αυτόν τον αρχιτεκτονικό πλούτο θέλησε να καταγράψει και να διατηρήσει ζωντανό, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ο Πολιτιστικός και Μορφωτικός Σύλλογος Δοξάτου και τα δραστήρια μέλη του, προχωρώντας στη δημιουργία ενός ιδιαίτερα καλαίσθητου φωτογραφικού και ιστορικού λευκώματος που φέρει τον τίτλο: «Η αρχιτεκτονική κληρονομιά του Δοξάτου Δράμας».
Στις συνολικά 85 σελίδες του επιχειρείται μια καταγραφή και παρουσίαση της ιστορίας της περιοχής μέσα από το πλούσιο παραδοσιακό κτιριακό της απόθεμα, που προκαλεί τον θαυμασμό κάθε επισκέπτη. Στο λεύκωμα, περιλαμβάνονται αρχοντικά της περιοχής με εντυπωσιακές οροφογραφίες, καπνόσπιτα με απλούς όγκους και κτίσματα λαϊκής μακεδονικής αρχιτεκτονικής που συνθέτουν την ιστορία της φημισμένης κωμόπολης στο πέρασμα του χρόνου.
Ο αρχιτέκτονας και εικαστικός Γιάννης Νάνου, με καταγωγή από το Δοξάτο, φιλοτέχνησε ολόκληρο το λεύκωμα, αποτυπώνοντας ζωγραφικά τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά κτίσματα που διασώζονται μέχρι σήμερα. Από τις πολυτελείς σελίδες του λευκώματος απουσιάζουν παντελώς οι σύγχρονες φωτογραφικές αποτυπώσεις των κτισμάτων.
Η φιλόδοξη προσπάθεια του Πολιτιστικού Συλλόγου Δοξάτου
Η πρόεδρος του Μορφωτικού Πολιτιστικού Συλλόγου Δοξάτου Μαρία Ζαφειροπούλου, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τόνισε πως η προσπάθεια για τη δημιουργία του λευκώματος «ξεκίνησε με αφορμή μια έκθεση ζωγραφικής που έγινε το 2014 στο Πνευματικό Κέντρο του Δοξάτου, με έργα του Γιάννη Νάνου. Ο σύλλογος μπήκε στη σκέψη τόσο να αποκτήσει αυτά τα έργα για να εκτίθενται μόνιμα στο Πνευματικό Κέντρο όσο και να εκδώσει ένα λεύκωμα με θέμα την αρχιτεκτονική κληρονομιά του Δοξάτου».
«Πριν από δύο χρόνια περίπου», συνεχίζει η κ. Ζαφειροπούλου, «χάρη στη γενναιόδωρη χορηγία της ΑμΚΕ ΚΥΚΛΩΨ, του προέδρου της Άρη Θεοδωρίδη και των συνεργατών του, που ευχαριστούμε θερμά, κατορθώσαμε να αποκτήσουμε αυτά τα έργα, να τα ψηφιοποιήσουμε, να τα κορνιζάρουμε για να εκτίθενται σε μόνιμη βάση στο Πνευματικό Κέντρο. Από τότε τέθηκαν οι βάσεις και για τη δημιουργία του λευκώματος, που βασίζεται σε αυτά. Το λεύκωμα περιλαμβάνει -μεταξύ άλλων- κείμενα του καθηγητή ιστορίας και αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ Ευάνθη Χατζηβασιλείου, της αρχιτέκτονος μηχανικού Ευαγγελίας Καμπούρη, του φιλόλογου – Δρ. βυζαντινής αρχαιολογίας Βασίλη Μεσσή και της φιλόλογου Δήμητρας Χατζηδημητρίου».
«Κτίσματα που λειτουργούν ως …καθρέπτες της εποχής τους»
«Κατά την περιήγησή μας στο Δοξάτο σήμερα», τονίζει η φιλόλογος και επιμελήτρια του λευκώματος Δήμητρα Χατζηδημητρίου, «θαυμάζουμε παλαιές οικίες λαϊκής μακεδονικής αρχιτεκτονικής, αρχοντικά και καπνόσπιτα, η ανέγερση των οποίων τοποθετείται μετά τα μέσα του 19ου αιώνα έως και τη δεκαετία του 1930, κτίσματα που λειτουργούν ως …καθρέπτες της εποχής τους. Στέκουν νοσταλγικοί απόηχοι και αδιάψευστοι μάρτυρες της προόδου και της ακμής του τόπου, που οφείλεται στην καλλιέργεια του μπασμά, μιας εξαιρετικής ποικιλίας ανατολικών καπνών, περιζήτητης σε όλον τον κόσμο».
«Η τέχνη του Γιάννη Νάννου», συνεχίζει η κ. Χατζηδημητρίου, «προτείνει ένα βλέμμα στη μικρή μας κωμόπολη, μας καλεί να διακρίνουμε το στημόνι της, αυτό που της επέτρεψε να ενσωματώνει σαν υφάδια στο πανί της συλλογικής της ζωής και της ιστορικής της μνήμης εκείνα τα στοιχεία που την ανέδειξαν ως ένα από τα κέντρα του ελληνισμού της περιοχής, ως ένα από τα κέντρα ανανέωσης, οικονομικής και πνευματικής ανάπτυξης και προόδου. Σε άρθρο της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ, τον Ιούλιο του 1913, αναφέρεται πως, πριν από την καταστροφή του, το Δοξάτο έμοιαζε με τα κοκέτικα χωριά της Γαλλίας, με τα γραφικά σαν βίλες σπίτια του, το μεγαλόπρεπο διδακτήριο, τους καλόγουστους δρόμους και τα μαγαζιά».
Ο καθηγητής Ευάνθης Χατζηβασιλείου, στον πρόλογο του λευκώματος, σημειώνει εύστοχα πως «το λεύκωμα είναι ένα αφήγημα δημιουργίας, προόδου και τόλμης. Μιλά για μια κοινότητα ανθρώπων, που -παρά τα διαδοχικά πλήγματα που υπέστη- έμεινε όρθια και εξακολούθησε να δημιουργεί».
Από την πλευρά της, η αρχιτέκτων μηχανικός Ευαγγελία Καμπούρη, που μελέτησε στο παρελθόν τον οικισμό, στον δικό της πρόλογο αναφέρεται στο γεγονός ότι το Δοξάτο σώζει τόσο μεγάλο κτιριακό απόθεμα, εξαιτίας της ευαισθησίας και της φροντίδας των κατοίκων του, που έχουν εξασφαλίσει μια ποιοτική καθημερινότητα. Ο αρχιτεκτονικός χώρος και το φυσικό περιβάλλον λειτουργούν ως σταθερές αξίες που θωρακίζουν τη ζωή τους.
«Η συνύπαρξη των διαφορετικών αυτών μορφών», καταλήγει η κ. Χατζηδημητρίου, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «προβάλλει μία σύνθεση άξια προσοχής, με όλα τα ιστορικά και καλλιτεχνικά στοιχεία του οικισμού, που θα μπορούσαν να κινήσουν το ενδιαφέρον της πολιτείας ώστε να τεθεί υπό καθεστώς ενιαίας προστασίας. Προς αυτήν την κατεύθυνση άλλωστε εργαζόμαστε, σε συνεργασία με το τμήμα Προστασίας Νεωτέρων Μνημείων και Κινητών Πολιτιστικών Αγαθών του υπουργείου Πολιτισμού και τις αρμόδιες υπηρεσίες του δήμου Δοξάτου».
Το λεύκωμα, που διατίθεται από τον Πολιτιστικό και Μορφωτικό Σύλλογο Δοξάτου, έχει εκδοθεί σε δύο μορφές: την απλή και μέσα σε κουτί που περιέχει το λεύκωμα και οχτώ αντίγραφα επιλεγμένων έργων του Γιάννη Νάνου.