Αν και οι συζητήσεις σχετικά με την ενεργειακή κρίση και τη ραγδαία αύξηση στις τιμές των καυσίμων έχουν βρεθεί στο προσκήνιο της επικαιρότητας μόλις τους τελευταίους μήνες, στην πραγματικότητα οι ρίζες του ζητήματος αυτού εντοπίζονται πολύ πιο πριν, με το τέλος να μη διαφαίνεται -προς το παρόν- ξεκάθαρα στον ορίζοντα.
Μιλώντας με τον πρώην Αντιπρόεδρο της PAE, Μίλτο Ασλάνογλου, γρήγορα συνειδητοποιήσαμε πως πρόκειται για ένα ζήτημα με περίπλοκες προεκτάσεις, σε οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο που επηρεάζει τόσο τη χώρα μας όσο και ολόκληρο τον πλανήτη.
Είναι η ενεργειακή κρίση μια προσωρινή «ανωμαλία», ή βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή μιας μεγάλης περιπέτειας; Κατά πόσο θα επηρεάσει την οικονομία της χώρας και τα επίπεδα ανεργίας; Ποιος ο ρόλος της κυβέρνησης; Υπάρχει κάτι που μπορεί να κάνει ο καταναλωτής για να μειώσει τους ολοένα και πιο «φουσκωμένους» λογαριασμούς της ΔΕΗ και ποιοι, τελικά θα καταφέρουν να ζεσταθούν φέτος το χειμώνα; Αυτά είναι μόνο μερικά από τα πολλά ερωτήματα που μας βασανίζουν όλους.
Αρχικά, θα ήθελα να μας εξηγήσετε με λίγα λόγια τους λόγους που έχει παρατηρηθεί αυτή η εκτόξευση στις τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος.
Πρόκειται για έναν συνδυασμό πολλών παραγόντων.
Σε μακροοικονομικό επίπεδο, ο βασικότερος λόγος ήταν η διαταραχή που προκάλεσε η πανδημία στην οικονομική διαδικασία. Επί ενάμιση χρόνο, η πανδημία δημιούργησε συνθήκες μειωμένης ζήτησης, ενώ όταν άρχισε να κυκλοφορεί το εμβόλιο, ο κόσμος αναθάρρησε και η ζήτηση άρχισε να αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Οι εταιρείες ενέργειας δεν προετοιμάστηκαν καταλλήλως για αυτό που θα ακολουθούσε.
Σε τεχνικό επίπεδο, ο περσινός χειμώνας ξεκίνησε με πολύ ήπιο καιρό, επομένως δεν υπήρχε μεγάλη κατανάλωση ενέργειας. Ξαφνικά, στο τέλος της χειμερινής περιόδου, το ψύχος ήταν μεγάλο και το σύστημα χρειάστηκε να φτάσει στα όριά του ώστε να καλύψει τις ανάγκες. Έτσι, τα αποθέματα του φυσικού αερίου εξαντλήθηκαν.
Την καλοκαιρινή περίοδο, που συνήθως γεμίζουν οι αποθήκες αερίου, ο καύσωνας έφερε επίσης άνοδο στη ζήτηση του ηλεκτρισμού, άρα η κατανάλωση παρέμεινε πολύ υψηλή και έτσι δεν προλάβαμε να γεμίσουμε τους αποθηκευτικούς χώρους. Βρεθήκαμε, λοιπόν, το Σεπτέμβριο να είμαστε εντελώς απροετοίμαστοι, ακριβώς στο κατώφλι του χειμώνα.
Παράλληλα υπάρχουν και άλλα θέματα, όπως εκείνο με τον γερμανο-ρωσικό αγωγό αερίου «Nord Stream», ωστόσο δεν είναι αυτός ο βασικός παράγοντας που μας οδήγησε σε αυτή την κατάσταση. Η Ρωσία δεν ευθύνεται για το πρόβλημα, αλλά σίγουρα επωφελείται από αυτό που συμβαίνει. Επίσης, τα μεγάλα φορτία υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) από τις Ηνωμένες Πολιτείες κατευθύνονται στην Ασία, αποστερώντας μια σημαντική οδό προμήθειας στην Ευρώπη.
Από την άλλη, μπορούν ίσως να αναζητηθούν κάποιες ευθύνες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία καλώς έχει υποδείξει το θέμα της κλιματικής αλλαγής ως πρώτιστο -πράγματι είναι- αλλά θα μπορούσε να διαχειριστεί την επάρκεια, την ενεργειακή φτώχεια. Όλες οι νέες επενδύσεις που χρειάζονται για να σώσουμε το περιβάλλον, με ποιον τρόπο θα πληρωθούν; Εκεί ενδεχομένως δεν έγινε τόσο καλή ανάλυση των επιπτώσεων σε κοινωνικό επίπεδο.
Μιλώντας με νούμερα, πώς η αύξηση στις τιμές αυτές επηρεάζει το μέσο πολίτη; Πόσο θα κοστίσει στο μέσο νοικοκυριό το ρεύμα φέτος το χειμώνα;
Οι καταναλωτές βρίσκονται αντιμέτωποι με μια εξωφρενική αύξηση του λογαριασμού τους. Αυτό δεν θα επηρεάσει μόνο τους οικονομικά ευάλωτους συμπολίτες μας, αλλά ακόμα και άνθρωποι που μέχρι τώρα μπορούσαν να πληρώσουν τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου θα έχουν πολύ σοβαρό πρόβλημα.
Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, ας πούμε ότι μια οικογένεια τεσσάρων – πέντε ατόμων που ζει σε ένα σχετικά μεγάλο σπίτι καταναλώνει περίπου μια μεγαβατώρα το μήνα. Μέχρι πέρυσι, αυτή τη μεγαβατώρα την πλήρωνε περίπου 70 ευρώ, άρα ο συνολικός λογαριασμός του ρεύματος θα έφτανε περίπου στα 200 ευρώ το μήνα, περιλαμβανομένων των ρυθμιζόμενων χρεώσεων. Για τους επόμενους δύο μήνες, αυτά τα 70 ευρώ θα γίνουν 300. Επομένως, από τα 200 ευρώ που ήταν το σύνολο, τώρα πάμε περίπου στα 450 ευρώ το μήνα. Και έχουμε μέλλον.
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι ο αριθμός των ανθρώπων που εκ των πραγμάτων δε θα μπορεί να πληρώσει το ρεύμα είναι πολύ μεγάλος. Ταυτόχρονα, όλη η υπόλοιπη αλυσίδα αξίας, όλοι οι προμηθευτές, θα πρέπει να πληρωθούν. Θα είναι πολύ μεγάλο το κόστος όλης αυτής της αλληλουχίας που θα προκύψει, ενώ ταυτόχρονα θα δούμε την επισφάλεια του συστήματος να εκτοξεύεται συνολικά.
Πολλοί θα είναι εκείνοι που θα προσπαθήσουν να κάνουν κάποιον διακανονισμό. Αυτούς τους διακανονισμούς, μέχρι τώρα οι εταιρείες τους έκαναν με ευκολία, γιατί ο αριθμός των καταναλωτών που δε μπορούσαν να πληρώσουν το ρεύμα ήταν διαχειρίσιμος. Τώρα θα αυξηθεί σημαντικά. Πώς θα χρηματοδοτήσει αυτούς τους διακανονισμούς η εταιρεία, όταν μιλάμε για πολύ σημαντικά ποσά σε σχέση με τον συνολικό της τζίρο;
Με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία, η αυξητική τάση που βλέπουμε πιθανολογείτε πως είναι ένα προσωρινό πρόβλημα ή πρόκειται να μας απασχολήσει μακροπρόθεσμα;
Δεν είναι προσωρινό το πρόβλημα, όπως αρχικά είχε εκτιμηθεί.
Όταν στις αρχές Σεπτεμβρίου αρχίσαμε να βλέπουμε εξαιρετικά υψηλές τιμές, οι προβλέψεις έλεγαν ότι αυτή η αυξητική τάση θα διαρκέσει μέχρι και το τέλος του φετινού χειμώνα. Είχε εκτιμηθεί ότι αυτές οι ελλείψεις που ευθύνονται για τις υψηλές τιμές θα ισορροπήσουν όταν έρθει η άνοιξη και η ζήτηση μειωθεί. Τότε, το αέριο είχε φτάσει στα 80 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Τις τελευταίες μέρες η τιμή είναι στα 160 ευρώ.
Όταν η τιμή είναι στα 70 ευρώ ανά μεγαβατώρα μιλάμε για κρίση, σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς. Τις τιμές που βλέπουμε τώρα δεν τις έχουμε ξαναδεί ποτέ, ιστορικά κανένα αγαθό δεν έχει σημειώσει ποτέ τόσο μεγάλη αύξηση σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Είναι εκτός των οικονομικών δυνατοτήτων της αγοράς, πρόκειται για κάτι που απαιτεί κρατική παρέμβαση. Είναι σαν να έχεις ένα τραπέζι που αντέχει δύο ανθρώπους να κάθονται και ξαφνικά εσύ βάζεις να κάτσουν οκτώ. Θα σπάσει!
Καθώς πρόκειται για κάτι το πρωτόγνωρο, δε μπορούμε να κάνουμε ασφαλείς προβλέψεις, ωστόσο ήδη έχουν αρχίσει να εμφανίζονται σαφείς ενδείξεις ότι υπάρχουν συναλλαγές για την επόμενη χρονιά της τάξης των 120 – 130 ευρώ, που είναι επίσης μια εκρηκτική τιμή.
Πώς θα επηρεάσει η ενεργειακή κρίση άλλους τομείς της οικονομίας, όπως είναι για παράδειγμα οι τιμές των καταναλωτικών αγαθών;
Σε μια οικονομία, όπως είναι η ελληνική, που βασίζεται κυρίως στο εμπόριο, το κομμάτι του ηλεκτρισμού και του Φυσικού Αερίου απαρτίζει λιγότερο από το 5% του συνολικού κόστους, προφανώς χωρίς να μιλάμε για τη βιομηχανία. Επομένως, μέχρι τώρα, μια αύξηση στο ρεύμα της τάξεως του 10% έφερνε μια πολύ μικρή αύξηση στο συνολικό κόστος των αγαθών.
Πλέον, όμως, μιλάμε για εξαιρετικά υψηλά επίπεδα και αυτό θα έχει αντίκτυπο και στις τιμές των προϊόντων. Δε μπορούμε να υπολογίσουμε το μέγεθος της αύξησης των τιμών γιατί είναι τόσο μεγάλη αλλαγή, βρισκόμαστε σε μια αχαρτογράφητη περιοχή. Ταυτόχρονα, στη λιανική αγορά των διαφόρων εμπορευμάτων υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ελαστικότητα συγκριτικά με την αγορά ρεύματος. Είναι αδύνατον να μην αγοράσεις ρεύμα, όποια και αν είναι η τιμή του. Εάν, όμως, πας σε ένα φούρνο και δεις ότι η τυρόπιτα που έκανε ένα ευρώ τώρα κάνει ας πούμε δύο ή τρία, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα την αγοράσεις.
Αυτό, φυσικά, φέρνει και επακόλουθα ζητήματα, καθώς οι μειωμένες πωλήσεις με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε αλλά προβλήματα. Μιλάμε, λοιπόν, για μια σειρά κοινωνικών επιπτώσεων που θα δούμε να εξελίσσεται τους επόμενους μήνες. Από οικονομικής άποψης και μόνο (δεν προσπαθώ εδώ να συγκρίνω ένα οικονομικό θέμα με ένα θέμα υγείας), μιλάμε για κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις ανάλογου βεληνεκούς με την πανδημία, ωστόσο το ζήτημα δεν έχει πάρει ούτε κατά διάνοια την αντίστοιχη κάλυψη από τα μέσα.
Υπάρχει κάτι που ο καταναλωτής μπορεί να κάνει από την πλευρά του για να δει μια κάποια μείωση στα ποσά που θα κληθεί να πληρώσει;
Αυτό είναι πολύ δύσκολο. Υπάρχουν κάποιου είδους συμβουλές, όχι για να μειώσει το κόστος του, απλώς για να κάνει μια καλύτερη διαχείριση.
Φερ’ ειπείν, υπάρχει η δυνατότητα ο καταναλωτής να καταγράφει τη μέτρηση που κάνει ο μετρητής του μέσω της ιστοσελίδας του προμηθευτή, ώστε η τιμολόγηση να γίνει με ακρίβεια και να μην έρχονται έναντι λογαριασμοί που κάνουν εκτιμήσεις με βάση παλιές τιμές και θα είναι υπέρογκοι.
Επιπλέον, πολλοί μέχρι τώρα επέλεγαν να ζεσταθούν με τον κλιματισμό, επειδή θεωρούσαν ότι το πετρέλαιο είναι πιο ακριβό. Τώρα, ο κλιματισμός σίγουρα είναι πολύ πιο ακριβός, επομένως καλύτερα να ανοίξετε το καλοριφέρ, εάν υπάρχει αυτή η δυνατότητα. Μια άλλη συμβουλή είναι η χρήση ενός χρονοδιακόπτη, ο οποίος θα φροντίζει η θέρμανση να παραμένει ανοιχτή για συγκεκριμένες ώρες μέσα στη μέρα, όταν είμαστε σπίτι. Τα αποτελέσματα, εντούτοις, αυτών των τακτικών, θα είναι πολύ μικρά σε σχέση με την εκτόξευση των τιμών.
Η ενεργειακή κρίση αποτελεί αυτή τη στιγμή ένα παγκόσμιο φαινόμενο, ποια είναι η κατάσταση της Ελλάδας σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες;
Σίγουρα είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, αλλά κορυφώνεται στην Ευρώπη. Η Ελλάδα δεν παρουσιάζει αξιοσημείωτες διαφορές σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς πρόκειται για μια ενιαία αγορά και άρα πάνω – κάτω όλες οι χώρες αντιμετωπίζουν αντίστοιχες δυσκολίες.
Το μεγάλο πρόβλημα με την Ελλάδα το εξής: όσο πιο ώριμες είναι οι αγορές, τόσο πιο πολλά εργαλεία αντιστάθμισης κινδύνων υπάρχουν. Υπάρχουν για παράδειγμα τα μακροχρόνια συμβόλαια. Έτσι, στην κεντρική Ευρώπη πολλές εταιρείες είχαν προαγοράσει Φυσικό Αέριο πέρυσι και ήταν κατά κάποιο τρόπο καλυμμένες. Οι χώρες αυτές είναι σε μια θέση να διαχειριστούν καλύτερα και τους τελικούς καταναλωτές ιδίως όταν έχουν και υποχρεώσεις με σταθερά τιμολόγια.
Στην Ελλάδα, η αγορά δεν είναι ώριμη, όλοι στηρίζονται στην ημερήσια αγορά και δεν υπάρχουν εργαλεία αντιστάθμισης κινδύνου, άρα ένα μεγάλο μέρος της αύξησης αυτής που φαίνεται στην ημερήσια αγορά, μέσω της ρήτρας καυσίμου, μετακυλίεται εν τέλει και στους καταναλωτές.
Ήταν το κλείσιμο των μονάδων λιγνίτη ένας από τους λόγους αύξησης των τιμών; Οι χώρες που έχουν επενδύσει περισσότερο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επηρεάστηκαν λιγότερο;
Το κλείσιμο των μονάδων λιγνίτη δεν έπαιξε ιδιαίτερα μεγάλο ρόλο στην αύξηση των τιμών. Ενδεχομένως, θα μπορούσαν οι μονάδες του λιγνίτη να βοηθήσουν να συγκρατηθεί κάπως το ποσό που καλείται να πληρώσει ο τελικός καταναλωτής, γιατί οι τιμές έχουν φτάσει σε εξωφρενικά επίπεδα. Όμως, δεν είναι αυτός ο λόγος που αυξήθηκε η τιμή του αερίου.
Φυσικά, οι χώρες που έχουν επενδύσει περισσότερο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επηρεάστηκαν πολύ λιγότερο. Όσο περισσότερες ανανεώσιμες πηγές έχει μια χώρα, τόσο μειώνεται το μέσο κόστος στην ενέργεια, και συνεπώς, σε συνθήκες ανταγωνισμού, και στον τελικό καταναλωτή. Για παράδειγμα, στη Νορβηγία, όπου το σύστημα στηρίζεται στην υδροηλεκτρική ενέργεια, οι τιμές είναι στα 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα, κάτι που οφείλεται και στο γεγονός ότι η Νορβηγία δεν μπορεί να εξάγει την παραγωγή της σε γειτονικές χώρες για να αποσυμπιέσει τις τιμές.
Τι ρόλο έχει παίξει η ελληνική κυβέρνηση στην κλιμάκωση της ενεργειακή κρίσης στη χώρα; Υπάρχουν μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν, ώστε να εξομαλυνθεί, στα όρια του δυνατού, η κατάσταση;
Η κυβέρνηση ως κυβέρνηση δύσκολα θα μπορούσε να είχε κάνει κάτι. Ήδη έχει πάρει κάποια σημαντικά μέτρα, δίνει κάποιες βοήθειες. Ο τρόπος που επέλεξε να δώσει τις βοήθειες είναι άμεσος, δηλαδή σου γίνει λεφτά στο χέρι, αλλά πιθανώς να καταλήξει πολύ ακριβός γιατί και οι εκτιμήσεις της κυβέρνησης ήταν ότι πρόκειται για ένα παροδικό πρόβλημα.
Παρόλα αυτά, πλέον τα νούμερα είναι εξωπραγματικά και πρέπει να ληφθούν άλλου τύπου μέτρα, κυρίως σε επίπεδο αγοράς. Δεν γίνεται να ληφθούν μέτρα για να μειωθεί το τρέχον κόστος, που προέρχεται από την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, το οποίο είναι και ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο. Το μόνο που γίνεται είναι να ανακατανεμηθούν οι επιβαρύνσεις, ώστε οι επισφάλειες να είναι διαχειρίσιμες. Στο τέλος της ημέρας, είτε ο καταναλωτής είτε ο φορολογούμενος θα πληρώσει το κόστος, αλλά αυτή τη στιγμή και ο καταναλωτής και οι εταιρείες που τον εξυπηρετούν είναι εκτός ορίων.
Αν και δεν είμαι υπέρ της διατίμησης γενικά, σε αυτή τη φάση τα πράγματα έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο, που χρειάζεται κρατική παρέμβαση. Προφανώς, η παρέμβαση αυτή θα πρέπει να αποφασιστεί σε Ευρωπαϊκό επίπεδο και να εφαρμοστεί με ανάλογο τρόπο από όλα τα κράτη-μέλη. Η παρέμβαση αυτή θα πρέπει να συνδυαστεί και με άλλες παρεμβάσεις που θα επαναφέρουν την ισορροπία στην αγορά Φυσικού Αερίου.