Ανδρέας Εμπειρίκος: Ο ποιητής που έφερε τον σουρεαλισμό και την ψυχανάλυση στην Ελλάδα

Advertisement

Στις 3 Αυγούστου του 1975, πέθανε ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Ο ποιητής στον οποίο οφείλεται η εισαγωγή του σουρεαλισμού στην ελληνική τέχνη εν γένει.

Όπως σημειώνει η Λίζα Πετρίδη στο περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» (21.8.1975) , ο Ανδρέας Εμπειρίκος «ήταν από τις ισχυρότερες, πλουσιώτερες και πολυσχιδέστερες φυσιογνωμίες των ελληνικών γραμμάτων.

«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 21.8.1975, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η επίδραση του στην ελληνική τέχνη

»Άγνωστος στο μεγάλο κοινό, λόγο σεμνότητος, αλλά και λόγω της τόλμης και της πρωτοτυπίας των κειμένων του, τα οποία προόριζε να κριθούν από τις μέλλουσες γενεές, επηρέασε αναμφισβήτητα με τις λίγες ποιητικές συλλογές, που είχε εκδώσει, την “ΥΨΙΚΑΜΙΝΟ” (1935), την “ΕΝΔΟΧΩΡΑ” (1945), καθώς και με τα “ΓΡΑΠΤΑ” (1960), μια ολόκληρη γενεά ποιητών όπως τους Εγγονόπουλο, Γκάτσο, Σαχτούρη, Λύκο, Κακναβάτο, Παπαδίτσα) και καλλιτεχνών όπως του Εγγονόπουλο, Φασιανό, Μυταρά που τον θεωρούν τον μεγάλο μύστη και ευαγγελιστή του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα.

Advertisement

»Η επίδραση που άσκησε ο Εμπειρίκος στους συγχρόνους του ασφαλώς δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτούς, διότι μέσω του ύφους του και της ουσίας της ποιήσεως του εχάρισε μία καινούργια ονειρική διάσταση στην πραγματικότητα.

Είναι τα βλέφαρά μου…
Είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες.
Όταν τ’ ανοίγω, βλέπω εμπρός μου ό,τι κι αν τύχη
Όταν τα κλείνω, βλέπω εμπρός μου ό,τι ποθώ

Εμπειρίκος και ψυχανάλυση

Ο Εμπειρίκος σπούδασε φιλοσοφία και ψυχανάλυση στο Παρίσι δημιουργώντας στενούς δεσμούς με τους γάλλους σουρεαλιστές και ιδιαίτερα τον Αντρέ Μπρέττον. Στην Ελλάδα όμως «δεν μετέφερε μόνο το μήνυμα του υπερρεαλισμού αλλά και το μήνυμα της ορθόδοξης ψυχανάλυσης και συνεπής όπως πάντα στα πιστεύω του, άσκησε με μεγάλη οξυδέρκεια και διαίσθηση, το δύσκολο έργο του πρώτου ψυχαναλυτού στην Ελλάδα.

Advertisement

»Αργότερα, όταν αναγνωρίστηκαν οι αναμφισβήτητες ικανότητές του, έγινε ιδρυτικό μέλος της πρώτης ψυχαναλυτικής Εταιρίας της Ελλάδος, την οποία απετέλεσαν η ψυχαναλύτρια πριγκίπισσα Μαρία Βοναπάρτη, μαθήτρια του Φρόυντ, και οι καθηγηταί της ψυχιατρικής, Κουρέτας και Ζαβιτσάνος.

»Άνθρωπος εκ φύσεως γενναιόδωρος, αλλά για όσους δεν τον καταλάβαιναν και ιδιόρρυθμος, εβοήθησε με την πρακτική και ηθική του συμπαράσταση πολλούς νέους οι οποίοι δεν είχαν βρει τον δρόμο τους.

»Ο Ανδρέας Εμπειρίκος στάθηκε και θα παραμείνη για τους μεταγενέστερους μια ανεξάντλητη πηγή αλήθειας, αγάπης για την ζωή και μεγάλης δημιουργικής πνοής, που με την ρωμαλεότητά της δεν θα πάψει να συγκλονίζει τους ανθρώπους.

Advertisement

Ο Τσαρούχης για τον Εμπειρίκο

Στο βιβλίο του με τίτλο «Αγαθόν το εξομολογείσθαι» από τις εκδόσεις Καστανιώτη, απόσπασμα του οποίου είχε προδημοσιευθεί στο «ΒΗΜΑ» στις 12 Οκτωβρίου 1986, ο σπουδαίος ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης αναφέρει για τον Ανδρέα Εμπειρίκο:

«Η μεγάλη αξία του Ανδρέα Εμπειρίκου δεν έγκειται στο ότι υπήρξε σουρεαλιστής, αλλά ότι έδωσε ένα νόημα στον σουρεαλισμό.

»Οι κεντήστρες θέλουν σχέδια για να κεντάνε, αλλά κάποιος  πρέπει να κάνει αυτά τα σχέδια. Ο Ανδρέας Εμπειρίκος ήταν απ’ αυτούς που φτιάχνουν σχέδια και, για να το πούμε αλλιώς, που δημιουργούν νέες αξίες όταν οι παλιές δεν εξυπηρετούν πια τον σκοπό για τον οποίο υψώθηκαν.

Advertisement

»Είχε μαζί με τη γνώση και την εμβρίθεια, την απαιτούμενη αθωότητα χωρίς την οποία κανένα δώρο της τέχνης δεν μπορούμε να απολαύσουμε. Είχε τη θεϊκή επιπολαιότητα των παιδιών που μας προφυλάσσει από την αδικία.

»Αν δεχτούμε, όπως είναι σωστό, πως ήταν ο εισηγητής του σουρεαλισμού, η μεγάλη του αξία έγκειται στο ότι κράτησε την αγνότητά του όταν ο σουρεαλισμός μάς έπληξε απειλητικώς σαν τα καυσέρια».

Λίγες ημέρες μετά τον θάνατο του Εμπειρίκου, ο δημοσιογράφος και κριτικός τέχνης Κώστας Σταματίου, μέσω της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ», αποχαιρέτα τον ποιητή με λόγια του ιδίου.

Advertisement

«Ας αποχαιρετήσουμε τον Ανδρέα Εμπειρίκο με τα δικά του λόγια. Με την κατακλείδα του ποιήματος  “Eις την οδόν Φιλελλήνων”:

Τότε εγώ, με ισχυρόν παλμόν καρδίας, σταμάτησα για μια στιγμή, ακίνητος μέσα στο πλήθος, ως άνθρωπος που δέχεται αποκάλυψιν ακαριαίαν,
ή ως κάποιος που βλέπει να γίνεται μπροστά του ένα θαύμα και ανέκραψα κάθιδρως:

Θέε! Ο καύσων αυτός χρειάζεται για να υπάρξη τέτοιο φως! Το φως αυτό χρειάζεται, μια μέρα για να γίνη, μια δόξα κοινή, μια δόξα πανανθρώπινη,
η δόξα των Ελλήνων που πρώτοι, θαρρώ, αυτοί, στον κόσμον εδώ κάτω, έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου».

Advertisement

Πηγή

Advertisements

Δείτε και αυτά:

Advertisement