Ως σενάρια επιστημονικής φαντασίας χαρακτήρισε ο Γιάννης Οικονόμου διάφορα που ακούστηκαν και γράφτηκαν τις τελευταίες μέρες σχετικά με παρέμβαση ρωσικού παράγοντα στη χώρα μας, αλλά και το ενδεχόμενο επίθεσης τη μέρα των εκλογών.
«Δεν έχουμε κανέναν φόβο ότι όποιος επιχειρήσει να παρέμβει στις ελληνικές εκλογές θα πετύχει τίποτα. Αυτό να το ξεκαθαρίζουμε, γιατί βλέπω διάφορα σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Η Ελληνική Δημοκρατία έχει πάρα πολύ ισχυρούς θεσμούς», είπε αρχικά και πρόσθεσε: «Δεν έχουμε πληροφορία για κάποια συγκεκριμένη διείσδυση».
Και εξήγησε: «Δηλαδή, δεν έχουμε μια πληροφορία, για παράδειγμα, αν η χώρα μας συγκαταλέγεται σε αυτές τις περίπου 20 που αποκαλύφθηκε από μια πηγή του State Department ότι κάποια εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια επενδύθηκαν από τη ρωσική πλευρά για να επηρεάσουν το πολιτικό σκηνικό. Ενδιαφερόμαστε να το μάθουμε».
Στη συνέχεια ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN, δήλωσε: «Τι ξέρουμε, όμως; Ξέρουμε ότι πριν από πέντε-έξι χρόνια, -το ξέρουμε διότι υπήρξε δίωξη από αμερικανικό δικαστήριο για τον Ρώσο ολιγάρχη, τον Μαλοφέγιεφ- υπήρξαν δέκα εκατομμύρια δολάρια τα οποία διατέθηκαν εδώ για να φτιαχτεί ένα κανάλι. Χρηματοδοτήθηκε από ρωσικά κεφάλαια, για να γίνει ένα κανάλι. Έχουμε ένα γεγονός ότι υπήρξε πριν από χρόνια ουσιαστική απόδειξη εμπλοκής ξένου παράγοντα με το να χρηματοδοτηθεί η δημιουργία ενός τηλεοπτικού σταθμού. Δεν αμφισβητείται. Υπάρχουν διώξεις από την αμερικανική πλευρά.
Σε αντίθεση με την αντιπολίτευση ή με όσους ερμηνεύουν τα πράγματα με βάση αυτά που έχουν στο μυαλό τους, εμείς οφείλουμε να μιλάμε με γεγονότα. Τα γεγονότα είναι αυτά τα συγκεκριμένα. Δεν ξέρουμε τίποτα παραπάνω για το αν υπήρχε και κανένας στην Ελλάδα που πήρε μέρος από αυτά τα 300 εκατομμύρια, που λένε ότι επηρέασαν κόμματα. Ενδιαφερόμαστε να μάθουμε. Ένα το κρατούμενο. Δεύτερο, ξέρουμε ότι οι Ρώσοι με συγκεκριμένα πρόσωπα στην πρώτη γραμμή επιχείρησαν να στήσουν κανάλι στην Ελλάδα, για να γίνει βραχίονας στην προπαγάνδα τους. Αυτό, τίποτα παραπάνω. Μέχρι εκεί».
Για την επισύνδεση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη
Όσον αφορά στη νόμιμη επισύνδεση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε ότι από την πρώτη στιγμή, το θέμα τοποθετήθηκε στις πραγματικές του διαστάσεις «Αναγνωρίσαμε το πρόβλημα. Αναλήφθηκε έμπρακτα πολιτική ευθύνη. Και δεσμευτήκαμε να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, μέσα στο πλαίσιο των διαδικασιών και των κανόνων που ορίζει η Δημοκρατία, για να διερευνηθεί αυτό το θέμα. Ξεκίνησαν όλες οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Νομίζω ότι ορισμένοι για αλλού ξεκίνησαν και άλλα βγαίνουν στην πορεία», τόνισε.
«Αυτά που φέρεται να είπε ο κ. Ρουμπάτης, είναι σε πλήρη διάσταση με αυτά που δήλωσε με μεγάλη αυτοπεποίθηση, από βήματος Βουλής, ο κ. Τσίπρας ότι δεν παρακολουθούνταν κανένα πολιτικό στέλεχος επί των ημερών του. Παρακολουθούνταν άνθρωπος που ήταν πολιτικό στέλεχος -γιατί και ο επικεφαλής του ΤΑΙΠΕΔ είναι πολιτικό στέλεχος- και μετέπειτα έγινε και υπουργός. Και για να μάθουμε ότι παρακολουθείται έπρεπε να περάσουν έξι χρόνια, να έρθει στην επιφάνεια η περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη. Και μια σειρά από άλλα πράγματα, τα οποία εκτός του ότι βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με αυτά που είπε ο κ. Τσίπρας στη Βουλή, αναδεικνύουν και την υποκρισία της προσέγγισης του όλου θέματος από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το σκεπτικό περί απορρήτου είναι βασισμένο στους κανόνες και στους νόμους που διέπουν το πλαίσιο λειτουργίας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Υπάρχει ένα επιστημονικό debate και διαφορετικές απόψεις από κάποιους υπηρεσιακούς παράγοντες. Αυτό, όμως, δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο νόμος είναι συγκεκριμένος. Δεν είναι τωρινός, δεν τον διαμόρφωσε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Ο νόμος και οι κανόνες, έτσι όπως είναι τώρα διαμορφωμένοι, επιβάλλουν αυτού του είδους τη συμπεριφορά. Να επικαλούνται το απόρρητο όσοι υπηρεσιακοί παράγοντες έχουν διαχειριστεί διάφορα θέματα.
Η κυβέρνηση έχει πει ότι εάν ο κ. Ανδρουλάκης επιθυμεί να ενημερωθεί, να πάει στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Εκεί από όλους τους υπηρεσιακούς παράγοντες που μπορούν στο πλαίσιο των καθηκόντων τους να του μιλήσουν και να του εξηγήσουν πράγματα, σε ό,τι αφορά στη διαδικασία της νόμιμης επισύνδεσης. Τον καλούμε να πάει. Εάν χρειάζεται κάποια νομοθετική κάλυψη, ειδικά γι’ αυτή τη δραστηριότητα που δεν θα είναι δημόσια θα είναι απολύτως ιδιωτική στον άνθρωπο που έχει το ενδιαφέρον και που δικαιούται να πληροφορηθεί, η κυβέρνηση είναι πρόθυμη να το κάνει. Από εκεί και πέρα, είναι στο χέρι του κ. Ανδρουλάκη να δημοσιοποιήσει ή να μην δημοσιοποιήσει το οτιδήποτε», είπε κλείνοντας ο κ. Οικονόμου.
Ελληνοτουρκικά
«Το γεωστρατηγικό και το γεωπολιτικό μας αποτύπωμα, αλλά και η αποτρεπτική μας ισχύς, βρίσκονται στα καλύτερα επίπεδα των τελευταίων δεκαετιών», επεσήμανε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Εξήγησε επ’ αυτού, ότι «το σύνολο της πολιτικής μας, εξωτερικής και αμυντικής, έχει μια βασική φιλοσοφία: Να μην εγκλωβίζεται η χώρα σε επώδυνα διλήμματα. Να μπορεί να εκπέμπει πολύ καθαρά μηνύματα ότι δεν επιδιώκει φασαρίες, είναι δύναμη σταθερότητας». Πρόσθεσε ωστόσο ότι «από την άλλη, όμως, έχει και τη βαρύνουσα πολιτική ισχύ και την επαρκέστατη αποτρεπτική ικανότητα για να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα και τα εθνικά της δίκαια».
Μιλώντας για τις τουρκικές προκλήσεις ο κ. Οικονόμου τόνισε ότι «είναι καιρός που συνεχίζουν σε υψηλούς τόνους, κυρίως σε επίπεδο ρητορικής με προκλήσεις, πολλές φορές στα όρια της υβριστικής συμπεριφοράς, με ανιστόρητους και ανυπόστατους ισχυρισμούς και με μια κλιμακούμενη πρόκληση στο πεδίο.
Η Ελλάδα, προφανώς, δεν υπάρχει περίπτωση να τρομάξει. Για αυτό, άλλωστε, έχουμε προετοιμαστεί σε όλα τα πεδία, όλο το προηγούμενο διάστημα, διπλωματικά με εξήγηση των θέσεών μας, με τις απόψεις μας να έχουν μεγάλη απήχηση, με την αποδόμηση των ισχυρισμών της Τουρκίας σε όλα τα φόρα. Βλέπουμε ότι αυτή η τακτική της Τουρκίας δεν αποδίδει καρπούς. Δεν έχει κάνει βήματα στις βασικές και τις μεγάλες της επιδιώξεις. Βλέπουμε ότι τα πράγματα εξακολουθούν να παραμένουν δύσκολα για την Τουρκία. Ο τρόπος με τον οποίο κινείται, η συμπεριφορά της σε μια παγκόσμια συγκυρία που ο κόσμος σύσσωμος είναι απέναντι στον αναθεωρητισμό, δεν την βοηθούν προς αυτήν την κατεύθυνση. Η χώρα μας κινείται ψύχραιμα, νηφάλια, αποφασιστικά, αλλά και ανυποχώρητα».
Υπογράμμισε ακόμη πως «το σύνολο της τουρκικής ηγεσίας έχει με τον Έλληνα Πρωθυπουργό πολύ σημαντικό πρόβλημα. Έφτασε ο Τούρκος Πρόεδρος να καλεί τους Έλληνες πολίτες να τον καταψηφίσουν. Και κάποιος άλλος, συγγενής του Οζάλ, γιος του ήταν, σε ένα τηλεοπτικό παράθυρο είπε: «Εντάξει, θα πάμε στην Ελλάδα, αλλά όχι τώρα που είναι ο Μητσοτάκης. Να περιμένουμε να πέσει ο Μητσοτάκης για να πάμε μετά». Αυτά είναι στα όρια της γραφικότητας, προφανώς και τους δίνουμε τη σημασία που πρέπει να τους δώσουμε. Από την άλλη δεν μπορούμε να προσπερνάμε αυτό το συνεχή απειλητικό τόνο και τις προκλήσεις της Τουρκίας. Η χώρα, όμως, δεν παρασύρεται. Σοβαρά και αποτελεσματικά κοιτάμε τη δική μας δουλειά στην εξωτερική πολιτική και σε ό,τι αφορά στην απόκρουση των ανυπόστατων και ανιστόρητων ισχυρισμών της Τουρκίας, αυτή την παρατεταμένη προσπάθεια διαστρέβλωσης που κάνει σε όλα τα πεδία -ιστορικό, πολιτικό, νομικό- της πραγματικότητας στο Αιγαίο. Αλλά και σε ό,τι αφορά στη θωράκιση της χώρας, έχουμε επενδύσει στην κατεύθυνση αυτή και έχουμε αποτελέσματα ουσιαστικά».
Για τις δηλώσεις του κ. Ζεϊμπέκ: Το ζήτημα δεν είναι απλό
Για συμπεριφορές, οι οποίες είναι μη ανεκτές γενικώς έκανε λόγο ο κ. Οικονόμου αναφερόμενος στις δηλώσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ κ. Χουσείν Ζεϊμπέκ. Όπως είπε: «Είναι αδιανόητο Έλληνες βουλευτές, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, να χρησιμοποιούν τέτοιους χαρακτηρισμούς, να πυροδοτούν εντάσεις, να χαρακτηρίζουν ένα κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού, τουρκικό. Είχαμε και άλλα τέτοια ατυχή περιστατικά στο παρελθόν, εκτός του ΣΥΡΙΖΑ, και από βουλευτή του Κινήματος Αλλαγής. Ανασκεύασε. Έγινε η κίνηση που έπρεπε να γίνει, καλοδεχούμενη. Νομίζω ότι πρέπει να υπάρξει αντίστοιχη αντίδραση και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι συμπεριφορές, οι οποίες είναι μη ανεκτές γενικώς. Πολύ περισσότερο στο κλίμα και στη συγκυρία που βρισκόμαστε σήμερα».
Πρόσθεσε πως το ζήτημα δεν είναι απλό. «Δεν είναι μια απόκλιση σε μια θέση. Υπάρχει ένας βουλευτής του Ελληνικού Κοινοβουλίου που χαρακτηρίζει Έλληνες πολίτες, Τούρκους», είπε υπογραμμίζοντας την ανάγκη να ανασκευάσει ο κ. Ζεϊμπέκ «και, από εκεί και πέρα, εάν επιμείνει στους χαρακτηρισμούς του, γεννάται μείζον θέμα για τη συμμετοχή του στον ΣΥΡΙΖΑ και την αντίδραση του κ. Τσίπρα. Είναι αυτονόητο».
Είπε επίσης πως «το να μιλάει η τουρκική πλευρά για δικαιώματα μειονοτήτων με τον τρόπο με τον οποίο έχει μεταχειριστεί τη Συνθήκη της Λωζάννης και τις αντίστοιχες μειονότητες στην Κωνσταντινούπολη, στην Ίμβρο, στην Τένεδο, συνιστά ευθεία πρόκληση στην κοινή λογική. Μόνον έτσι μπορεί να εκληφθεί. Είναι οφθαλμοφανές το τεράστιο πρόβλημα που έχει δημιουργήσει ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ με τον τρόπο με τον οποίο τοποθετήθηκε. Αυτοπροσδιόρισε τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη και τον εαυτό του. Μιλάμε για τεράστιο ατόπημα που δημιουργεί μια σειρά από θέματα. Νομίζω ότι επιβάλλεται πια άμεσα ο ΣΥΡΙΖΑ να πάρει θέση αποδοκιμάζοντας, τη συγκεκριμένη πρακτική».