Το 1973 η βασίλισσα Ελισάβετ έστειλε τον δικηγόρο της να πιέσει την κυβέρνηση να αλλάξει προτεινόμενο νόμο ο οποίος θα επέτρεπε στο κοινό να διαπιστώσει ποιος από την βασιλική οικογένεια κατείχε μετοχές σε συγκεκριμένες εταιρείες.
Ο δικηγόρος της υποστήριξε τότε ότι η αποκάλυψη των μετοχών της Βασίλισας θα ήταν «ντροπιαστική».
Αποτέλεσμα των πιέσεων ήταν να δημιουργηθεί, το 1977, μια κρατική «εταιρεία κέλυφος», την Bank of England Nominees, η οποία κρατούσε μυστικές τις μετοχές και τις επενδύσεις της Βασίλισσας για περισσότερες από τρεις δεκαετίες.
Σύμφωνα με έγγραφα που περιείλθαν στον Guardian και άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας χρησιμοποίησαν την ίδια εταιρεία για να κρατήσουν κρυφές τις επενδύσεις τους σε εταιρείες.
Τα διευθυντικά στελέχη της εταιρείας έπρεπε να στέλνουν ετήσιες εκθέσεις στην κυβέρνηση με « την ταυτότητα εκείνων όλων όσων κατείχαν ιδιωτικούς τίτλους, και την συνολική αξία τους».
Το 2020 ο Guardian υπέβαλε αίτημα προς το Υπουργείο Επιχειρήσεων, Ενέργειας και Βιομηχανικής Στρατηγικής (BEIS) για πρόσβαση στα αντίγραφα αυτών των ετήσιων εκθέσεων.
Το τμήμα απορρίφθηκε να απαντήσει, παρόλο που οι δημόσιοι φορείς υποχρεούνται να απαντούν σε αιτήματα βάσει του νόμου περί ελευθερίας της πληροφόρησης εντός 20 εργάσιμων ημερών.
Η βρετανική υπηρεσία επιτήρησης διαφάνειας, απείλησε να κινηθεί νομικά κατά του Υπουργείου το οποίο απέκρουε το αίτημα επί δύο χρόνια.
Οι υπουργοί θα μπορούσαν να κατηγορηθούν για περιφρόνηση των δικαστικών διαδικασιών, εκτός εάν ανταποκριθούν το αίτημα να δώσουν στην δημοσιότητα τα εγγραφα
Η προθεσμία λήγει τα τέλη Οκτωβρίου, διαφορετικά θα κινηθούν δικαστικές διασικασίες.
Να σημειωθεί.ότι από το 2011 είχαν λήξει οι διατάξεις που κρατούσαν κρυφές τις βασιλικές επενδύσεις ενώ η εταιρεία διαλύθηκε πριν από πέντε χρόνια .
Δεν είναι σαφές γιατί έληξε η ρύθμιση ή ποιες άλλες την αντικατέστησαν ώστε να διατηρηθεί η μυστικότητα.