Αν μπορεί να αποτυπωθεί σε μία εικόνα, σε ένα σκίτσο πιο συγκεκριμένα, ο αντιμοναρχικός προεκλογικός αγώνας που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου του 1974 για το Πολιτειακό της χώρας, αυτό θα ήταν το σκίτσο του Σπύρου Ορνεράκη, το οποίο απεικονίζει ένα αγοράκι να κατουράει μέσα στο βασιλικό στέμμα.
Το σκίτσο έκανε τον γύρο των ελληνικών social media από χρήστες που ήθελαν να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους σε οτιδήποτε βασιλικό, μοναρχικό.
Ποια είναι όμως η ιστορία πίσω από το διασημότερο πολιτικό σκίτσο της Μεταπολίτευσης;
«Όταν προαναγγέλθηκε η διενέργεια του δημοψηφίσματος μετά τις εκλογές (σ.σ. οι πρώτες εθνικές εκλογές της μεταπολίτευσης έγιναν στις 17 Νοεμβρίου του 1974 και το δημοψήφισμα στις 8 Δεκεμβρίου) συγκεντρωθήκαμε, με πλήρη μυστικότητα, καμία δεκαριά αριστερό-δημοκρατικοί από τον χώρο του σκίτσου, της δημοσιογραφίας και την συγγραφής, να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για να επηρεάσουμε τον κόσμο.
Όλα τότε γίνονταν με ιδιωτική πρωτοβουλία δεν είχαν οργανωθεί τα κόμματα που θα διέθεταν τους μηχανισμούς για να κινητοποιήσουν διαδικασίες. Άρχισαν λοιπόν να πέφτουν διάφορες προτάσεις στο τραπέζι», είχε αποκαλύψει το 2014 ο ίδιος ο Σπύρος Ορνεράκης, προσθέτοντας: «Οι σκιτσογράφοι προτείναμε να κάνουμε αφίσες και φέιγ βολάν, πράγματα που θα διανέμονταν στον κόσμο γρήγορα. Έχουμε φέρει υλικό από ξένες εκδόσεις από παλιότερες δουλείες, κάναμε νέα σκίτσα και προσπαθούσαμε να βρούμε ποιο θα ήταν το ποιο δυνατό για να προτάξουμε.
Ανάμεσα σε αυτά τα σκίτσα ήταν και ένα, του Καστανάκη αν δεν κάνω λάθος, το οποίο είχε δημοσιευθεί μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα που απεικόνιζε ένα παιδάκι να ουρεί σε ένα αναποδογυρισμένο κράνος Γερμανού στρατιώτη. Άρεσε σε κάποιους από την παρέα και σκέφτηκαν ότι θα μπορούσε να γίνει κάτι αντίστοιχο με το στέμμα και ότι σε κάποιους θα δημιουργούσε και συνειρμούς: ‘Τότε έφυγαν οι Γερμανοί, τώρα οι βασιλείς’».
Στη συνέχεια ο γνωστός σκιτσογράφος, γελοιογράφος και εικονογράφος, είχε πει στο news247.gr, «Έτσι ξεκινάμε μαζί με τον επίσης σκιτσογράφο Ρουσσέτο Παναγιώτη να βάζουμε μπροστά το σχέδιο. Εκείνος επέλεξε να τραβήξει φωτογραφία τον γιο του και μετά από αυτό που έβλεπε να το αποτυπώσει στο χαρτί. Εγώ βλέποντας ότι οι ημέρες περνούσαν και δεν θα προλαβαίναμε, το σκιτσάρω γρήγορα και το δίνω ανυπόγραφο.
Υπενθυμίζω ότι το κλίμα ήταν ρευστό και δεν θέλαμε να έχουμε κάποια προβλήματα είτε εάν επιλέγονταν η βασιλευομένη δημοκρατία είτε ακόμη χειρότερα εάν χάναμε και την δημοκρατία. Το υλικό αυτό, μαζί με άλλα σχέδια που είχαμε δημιουργήσει, πήγε για εκτύπωση – στα κρυφά – στα πιεστήρια του Λαμπράκη και του Τεγόπουλου.
Ανάμεσα στις κανονικές τους εκδόσεις, σταματούσαν τις μηχανές και τύπωναν το δικό μας υλικό. Το σκίτσο αυτό αν και ήταν πολύ πρόχειρα σχεδιασμένο, σχεδόν προσχέδιο, κατάφερε να κερδίσει τον κόσμο και να γίνει το σύμβολο στο δημοψήφισμα υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας.
Είχα κάνει άλλες δουλειές, με πολύ περισσότερο κόπο, με καλύτερο σκίτσο, με αερογράφο, όπως αυτή με τον θυρεό, που πέρασαν απαρατήρητες αν και νόμιζα ότι έκαναν πάταγο. Ο κόσμος όμως είναι ο κριτής της δουλειάς μας, όχι εμείς».
Ο Σπύρος Ορνεράκης είχε πει: «Το βλέπω τυπωμένο σε σουβέρ, σε καρτ ποστάλ που τις έστελναν στο εξωτερικό, σε σημαιάκια, σε μπρελόκ. Όταν είδα ότι το σκίτσο αυτό είχε κυριαρχήσει πήγα και ρώτησα έναν περιπτερά που πουλούσε καρτ ποστάλ τι ακριβώς γίνονταν. Μου ανέφερε ότι επειδή υπήρχε μεγάλη ζήτηση υπάρχουν χονδρέμποροι που τους προμήθευαν με το αντίστοιχο υλικό.
Μιας και έβλεπα ότι το πράγμα άρχισε να ξεφεύγει από τα χέρια μου, και καθώς πλέον είχε διαφανεί ότι θα επικρατούσε η αβασίλευτη δημοκρατία, η δεύτερη έκδοση που βγήκε με ποιο καλοδουλεμένο σκίτσο εκεί πια μπαίνει και η υπογραφή μου. Το πρώτο σκίτσο το οποίο τυπώθηκε στα πιεστήρια του Τεγόπουλου μου το ζήτησε ο ίδιος ο Κίτσος και λογικά θα πρέπει να έχουν το πρωτότυπο σήμερα οι κληρονόμοι του».