Στο Ποινικό Δίκαιο υπάρχει η λεγόμενη «θεωρία του ισοδυνάμου των όρων». Υπάρχουν αντιρρήσεις ειδικότερων του γράφοντος, όμως πρόκειται για πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου, δηλαδή είναι αυτό που κυρίως εφαρμόζεται από τα ελληνικά δικαστήρια. Σύμφωνα με την παραπάνω θεωρία, αν περισσότεροι τους ενός παράγοντες ευθύνονται για ένα αποτέλεσμα, χωρίς τους οποίους αυτό δεν θα συνέβαινε, τότε θεωρούνται όλοι ισοδύναμοι.
Στην περίπτωση της τραγωδίας των Τεμπών, η έρευνα βρίσκεται στα χέρια του ανακριτή. Νωρίτερα, ο εισαγγελέας της Λάρισας είχε ασκήσει ποινική δίωξη κατά του μοναδικού έως σήμερα συλληφθέντα, του σταθμάρχη. Ο ανακριτής μπορεί να βάλει κι άλλα πρόσωπα στο κάδρο των ποινικών ευθυνών, ζητώντας από τον εισαγγελέα την άσκηση συμπληρωματικής δίωξης. Η απόφαση για την παραπομπή της υπόθεσης στο ακροατήριο θα περάσει από το φίλτρο ενός τριμελούς δικαστικού συμβουλίου. Τα πράγματα δεν θα εξελιχθούν γρήγορα.
Η ποινική δίωξη, όμως, καθορίζει το αντικείμενο της μετέπειτα δίκης. Το πρόβλημα με τα Τέμπη είναι ότι ο πήχης της δικαστικής έρευνας τίθεται εξ αρχής πολύ χαμηλά: στο πρόσωπο του σταθμάρχη. Οι υπεύθυνοι της Hellenic Train και του ΟΣΕ γνώριζαν ότι τα συστήματα ασφαλείας που θα απέτρεπαν ένα ανθρώπινο λάθος δεν λειτουργούσαν. Είχε καταγγελθεί δεκάδες φορές από τους εργαζόμενους, είχαν γίνει απεργίες και σταλεί εξώδικα για τις αμαρτωλές συμβάσεις στην τηλεδιοίκηση και το σύστημα ETCS. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ερευνά από τον περασμένο Νοέμβριο τη ροή των κοινοτικών χρημάτων και τη μη υλοποίηση των έργων.
Επομένως, όλοι γνώριζαν. Ο ΟΣΕ είχε παραχωρήσει το τυφλό δίκτυο στην Hellenic Train και η εταιρεία έκοβε εισιτήρια στα τρένα που μετέφεραν τον κόσμο στο ίδιο τυφλό δίκτυο. Με βάση την κατάσταση του σιδηροδρόμου, προκύπτουν δύο ερωτήματα: Αν οι εκπρόσωποι των εταιρειών εξέθεταν τους επιβάτες σε κίνδυνο ζωής και αν είχαν αποδεχτεί το ενδεχόμενο ενός πολύνεκρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος.
Το δεύτερο ερώτημα δεν αντέχει στη λογική. Όσον αφορά την έκθεση σε κίνδυνο, όμως, οι αποκαλύψεις των τελευταίων 24ωρων δείχνουν ότι τα χρυσοπληρωμένα συστήματα ασφαλείας, εφόσον λειτουργούσαν, θα είχαν αποτρέψει το οποιοδήποτε ενδεχόμενο κινδύνου. Στην περίπτωση των Τεμπών, θα είχαν διορθώσει το λάθος του σταθμάρχη, που ήταν στατιστικά βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα γινόταν. Τα δικαστήρια λένε ότι ο κίνδυνος πρέπει να είναι εμπειρικά διαπιστώσιμος και η νομολογία κρίνει ότι δεν χρειάζεται να είναι υπαρκτός, αλλά αρκεί να υπάρχει το ενδεχόμενο κινδύνου.
Ο ανθρώπινος πόνος για την τραγωδία στα Τέμπη δεν χωρά στα κουτάκια του Ποινικού Δικαίου. Ούτε και σε ένα «τραγικό ανθρώπινο λάθος».