Η νίκη το βράδυ της Κυριακής, έστω και με μία ψήφο διαφορά από τη ΝΔ, ήταν και παραμένει ο μεγάλος στόχος για τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Όλοι στην Κουμουνδούρου, ακόμα και οι πλέον αισιόδοξοι αντιλαμβάνονται ότι η πρωτιά σε αυτές τις εκλογές είναι μία εξόχως δύσκολη αποστολή, καθώς προϋποθέτει τη θεαματική ανατροπή των δημοσκοπικών δεδομένων, που υπάρχουν στο πολιτικό σκηνικό πολύ πριν την έναρξη της προεκλογικής περιόδους και παρέμειναν και κατά τη διάρκεια αυτής.
Η πρωτιά μπορεί να ξεκλειδώσει πολιτικά και αριθμητικά τις εξελίξεις για μία προοδευτική διακυβέρνηση από αυτή την Κυριακή, αλλά σίγουρα θα ανοίξει το δρόμο προς μία τέτοια προοπτική στις δεύτερες, εφόσον οι συσχετισμοί της απλής αναλογικής δεν το επιτρέπουν. Σε κάθε περίπτωση αυτό είναι το πρώτο στοίχημα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο στην Κουμουνδούρου αντιμετωπίζουν τα πράγματα ρεαλιστικά. Μπορεί να αμφισβητούν την ικανότητα των εταιριών δημοσκοπήσεων να καταγράψουν ή να προβλέψουν την κινητικότητα στο εκλογικό σώμα, με τους εκατοντάδες χιλιάδες αναποφάσιστους και την συμπιεσμένη οργή για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, που όμως είναι αβέβαιο αν θα εκφραστεί σε καθοριστικό βαθμό και οριοθετούν στόχους που θα κρατήσουν το παιχνίδι ανοιχτό. Ανοιχτό υπό την έννοια ότι στην περίπτωση που έρθει η ΝΔ πρώτη, η πιθανότερη επιλογή της, ακόμα κι αν οι αριθμοί βγάζουν κυβέρνηση συνεργασίας της με το ΠΑΣΟΚ, ο κ. Μητσοτάκης θα επιλέξει να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές.
Και σε αυτή την περίπτωση έχει σημασία να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ σε… απόσταση βολής, δηλαδή η διαφορά να είναι στα επίπεδα του 3% – ή έστω μέχρι 4%.
Ένας τέτοιος συσχετισμός, ειδικά με την εντύπωση που έχουν διαμορφώσει τα γκάλοπ, θα δημιουργήσει άλλες δυναμικές, θα δώσει την αίσθηση του ντέρμπι και θα μετατρέψει μία δεύτερη εκλογική αναμέτρηση σε μία σύγκρουση ανοιχτή σε κάθε αποτέλεσμα.
Αυτό είναι το δεύτερο στοίχημα για την Κουμουνδούρου.
Αλλά ακόμα κι αν επιβεβαιωθούν τα γκάλοπ εκείνα που δίνουν στη ΝΔ πολύ μεγάλα ποσοστά, σχεδόν κοντά σε εκείνα που είχε το 2019, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να ξεπεράσει το κρίσιμο και ψυχολογικό όριο του 30% ή ακόμα και να διατηρήσει την επίδοση των περασμένων εκλογών, που ήταν 31,53% – ο τρίτος στόχος αυτός.
Σε μία τέτοια περίπτωση, θα έχει μεν υποστεί ακόμα μία ήττα, αλλά θα παραμένει ο δεύτερος ισχυρός πόλος στο πολιτικό σκηνικό. Με μία επιπλέον θετική συνθήκη για τον ίδιο: Εάν ο δικομματισμός φτάσει τόσο ψηλά, θα είναι περίπου δεδομένο ότι το ΠΑΣΟΚ θα κινηθεί στα ποσοστά του 2019, ενδεχομένως και λίγο κάτω από αυτά, όπως κάποιες δημοσκοπήσεις εμφανίζουν. Όπερ σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει αδιαμφισβήτητη κυριαρχία στην κεντροαριστερά με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό και για το μέλλον του Κινήματος, ειδικά εάν οι μετεκλογικές πιέσεις (στην πρώτη ή τη δεύτερη αναμέτρηση) προς τον Νίκο Ανδρουλάκη για το σχηματισμό κυβέρνησης προκαλέσουν τριγμούς στη Χαριλάου Τρικούπη.