Την επανεκκίνηση των εργασιών για την ανάπτυξη των κοιτασμάτων χρυσού και χαλκού στις Σκουριές Χαλκιδικής, με ορίζοντα ολοκλήρωσης και έναρξης της εμπορικής παραγωγής στα τέλη του 2025 με αρχές του 2026 ανακοίνωσε χθες ο γενικός διευθυντής της Eldorado Gold και αντιπρόεδρος για την Ελλάδα, Χρήστος Μπαλάσκας.
Οι κατασκευαστικές εργασίες ξεκίνησαν το 2017 και έχουν ολοκληρωθεί σε ποσοστό 50 % καθώς έχουν ήδη επενδυθεί 550 εκατ. δολάρια. Για την ολοκλήρωση του μεταλλευτικού έργου των Σκουριών θα απαιτηθεί πρόσθετη επένδυση ύψους 845 εκατ. Ευρώ μεταξύ άλλων για την ανάπτυξη του υπόγειου μεταλλείου, τη διαχείριση των υδάτων, την κατασκευή του χώρου ξηρής απόθεσης των υπολειμμάτων, κ.α. Στη φάση της εμπορικής λειτουργίας προβλέπεται ότι θα παράγει 140.000 ουγγιές χρυσού και 67 εκατ. λίβρες χαλκού ετησίως ενώ η διάρκεια ζωής του μεταλλείου είναι περίπου 20 έτη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Μπαλάσκας, με την πλήρη ανάπτυξη των μεταλλείων Κασσάνδρας (που περιλαμβάνει – εκτός από τις Σκουριές – τις μεταλλευτικές εγκαταστάσεις Ολυμπιάδας και Στρατωνίου – Μαύρων Πετρών) η χώρα μας θα γίνει η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός χρυσού στην Ευρώπη με 215.000 ουγγιές ετησίως. Πρώτη είναι η Σουηδία που παράγει 260.421 ουγγιές και ακολουθεί η Φινλανδία με 247.560 ουγγιές. Συγκριτικά σήμερα η παραγωγή από το μεταλλείο της Ολυμπιάδας είναι 56.333 ουγγιές.
«Η πλήρης ανάπτυξη των Μεταλλείων Κασσάνδρας δίνει την ευκαιρία στην Ελλάδα να γίνει 3η παραγωγός χώρα χρυσού στην Ευρώπη, ενισχύοντας το γεωστρατηγικό της ρόλο εντός της Ε.Ε., ειδικά μετά τη νέα στρατηγικής τη Ε.Ε και τη Νομοθετική Πρωτοβουλία για τις Κρίσιμες Ορυκτές Πρώτες Ύλες, καθώς οι Σκουριές αποτελούν κοίτασμα παγκόσμιου κλάσης εκτός από χρυσό και σε χαλκό, που αποτελεί κρίσιμο μέταλλο για την ηλεκτροκίνηση και την ενεργειακή μετάβαση εν γένει», τονίζει η εταιρεία.
Σε εκκρεμότητα είναι επίσης η κατασκευή μονάδας μεταλλουργίας στην Ολυμπιάδα που είχε προκαλέσει σειρά αντιδράσεων στο παρελθόν. Η εταιρεία έχει καταθέσει τρεις εναλλακτικές προτάσεις ως προς την τεχνολογία που θα εφαρμοστεί στη μονάδα, μια εκ των οποίων είναι πρωτοποριακή, σε συνεργασία με το ΕΜΠ ενώ οι άλλες δυο εφαρμόζονται διεθνώς.
Η ολοκλήρωση των έργων απαιτεί νέες επενδύσεις ύψους 1,9 δισεκ. ευρώ και θα επιφέρει – σύμφωνα με το επιχειρηματικό σχέδιο – μεταξύ άλλων εξαγωγές ύψους 11 δισεκ., έσοδα του Δημοσίου 2 δισ., 5.000 θέσεις εργασίας και περιβαλλοντικές επενδύσεις ύψους 120 εκατ.
Η εταιρεία τονίζει ακόμη ότι έχει αναπτύξει και εφαρμόζει το Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Βιωσιμότητας (SIMS), το οποίο αποτελεί ένα εθελοντικό, ενδοεταιρικό σύνολο υποχρεώσεων σχετικών με την Εταιρική Διακυβέρνηση, την Υγεία & Ασφάλεια, το Περιβάλλον, την Κοινωνία, καθώς και ολοκληρωμένο Σύστημα Περιβαλλοντικής & Κοινωνικής Διαχείρισης που αποσκοπεί στην αποτελεσματική διαχείριση και στον μετριασμό των περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιδράσεων του οργανισμού.