Όλα όσα αλλάζουν στο επενδυτικό κλίμα και πλαίσιο στη χώρα μας, παραθέτει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογεώργης, σε άρθρο του στην περιοδική έκδοση του Συνδέσμου Επενδυτών και Διαδικτύου (ΣΕΔ).
Αναλυτικώς, «η βελτίωση του επενδυτικού κλίματος στη χώρα μας, όπως αντανακλάται στους αντίστοιχους οικονομικούς δείκτες και αναμένεται να επιβεβαιωθεί άμεσα με την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, είναι το αποτέλεσμα μιας προσεκτικά σχεδιασμένης δέσμης οικονομικών μεταρρυθμίσεων που εφάρμοσε η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια και είχαν ως αποτέλεσμα ρεκόρ επενδύσεων και εξαγωγών», σημειώνει εισαγωγικώς εξειδικεύοντας εν συνεχεία:
«Αξιοποιώντας τα εργαλεία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, υλοποιούμε ένα φιλόδοξο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα για τη βελτίωση του εργασιακού και επενδυτικού κλίματος. Αναμορφώσαμε το νομοθετικό πλαίσιο για την παροχή κινήτρων εξωστρέφειας και μεγέθυνσης των επιχειρήσεων με στόχο την ενίσχυση της διεθνούς δραστηριότητας των ελληνικών επιχειρήσεων. Στόχος τώρα είναι να υποστηρίξουμε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ώστε να γίνουν πιο ανθεκτικές, ανταγωνιστικές και βιώσιμες τόσο στην πληθωριστική όσο και σε πιθανές μελλοντικές κρίσεις», υπογραμμίζει και συνεχίζει:
«Γι’ αυτό ενισχύουμε τις πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις, για να μειωθεί το χάσμα ανταγωνιστικότητας που τις χωρίζει από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στο νέο πλαίσιο της πράσινης οικονομίας και της αειφορίας. Οι αντίστοιχες δαπάνες πλέον εκπίπτουν με προσαύξηση 100% μειώνοντας σημαντικά τη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων. Παράλληλα, προχωράει η κωδικοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας με βάση λεπτομερή χρονοδιαγράμματα και θα έχει ολοκληρωθεί τους επόμενους μήνες, ενώ διασφαλίζουμε τις προϋποθέσεις για τη λειτουργία ενός πλήρως αυτοματοποιημένου συστήματος επιστροφής ΦΠΑ, σε συνδυασμό με την φορολογική μεταρρύθμιση που θα εξελιχθεί το επόμενο διάστημα προκειμένου μέσα από την αξιοποίηση ψηφιακών και τεχνολογικών εργαλείων να εξασφαλίζεται και φορολογική δικαιοσύνη».
Ταυτοχρόνως, στον τομέα της τουριστικής ανάπτυξης «προχωρήσαμε στην απλούστευση της διαδικασίας αδειοδότησης της εγκατάστασης και λειτουργίας μιας σειράς δραστηριοτήτων με έμφαση στον θαλάσσιο και ορεινό τουρισμό για την τόνωση και ενθάρρυνση των επενδύσεων. Διαμορφώνουμε στρατηγική για την αξιοποίηση της χώρας ως διαμετακομιστικού κέντρου και την ενίσχυση της εφοδιαστικής αλυσίδας με ταυτόχρονη δημιουργία «αλυσίδων αξίας» αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας».
Όσον αφορά τη βιομηχανία ειδικότερα, «εκσυγχρονίσαμε το θεσμικό πλαίσιο για τα βιομηχανικά και επιχειρηματικά πάρκα, τα οποία λειτουργούν ως τοπικοί οικονομικοί κόμβοι δημιουργώντας ένα περιβάλλον συνεργασίας και καινοτομίας με ορθολογικότερη χρήση των πόρων. Έχουμε εντάξει μάλιστα στο Ταμείο Ανάκαμψης δράση 65 εκατ. ευρώ για την ίδρυση και αναβάθμιση βιομηχανικών πάρκων. Η Ελλάδα διαθέτει, πλέον, Εθνική Στρατηγική για τη Βιομηχανία, με ορίζοντα έως το 2030. Ένα σχέδιο δράσης 43 παρεμβάσεων προϋπολογισμού 2,1 δισ. ευρώ για την ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Στηρίζουμε με περισσότερα από 500 εκ. ευρώ τις επενδύσεις στον τομέα της υγείας με το λεγόμενο «επενδυτικό clawback», ώστε να συμψηφίσουν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις τις οφειλές τους προς το Δημόσιο πραγματοποιώντας δαπάνες έρευνας και καινοτομίας, με συγχρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας».
Παραλλήλως, ο Θ. Κοντογεώργης στέλνει το μήνυμα ότι, «ενισχύουμε το ανθρώπινο κεφάλαιο και προστατεύουμε την εργασία, όπου με τη σύσταση της Επιθεώρησης Εργασίας ως ανεξάρτητης αρχής και την ψηφιακή κάρτα εργασίας, διαμορφώθηκε ένα σύγχρονο πλαίσιο που αντιμετωπίζει και τα φαινόμενα αδήλωτης ή υποδηλωμένης εργασίας, ενώ παράλληλα εκσυγχρονίστηκε η συνδικαλιστική νομοθεσία προκειμένου να εκφράζεται αυθεντικά η δράση των εργαζομένων και παράλληλα να προστατεύεται η λειτουργία του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Ο νέος ΟΑΕΔ, αποτελεί πλέον τον κόμβο για τη σύνδεση των αναγκών της αγοράς εργασίας, αναλαμβάνοντας ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και αξιοποιώντας σύγχρονα εργαλεία και μηχανισμούς, όπως οι ατομικοί λογαριασμοί δεξιοτήτων».
Ακολούθως, «αναγνωρίζουμε ότι πολλά πρέπει να γίνουν ακόμα για τη βελτίωση του χρόνου απονομής δικαιοσύνης στη χώρα μας, που αποτελεί κρίσιμο δείκτη για την ενίσχυση της επενδυτικής εμπιστοσύνης. Στην κατεύθυνση αυτή ανασχεδιάζουμε το δικαστικό χάρτη με ορθολογική κατανομή προσωπικού, ενισχύοντας τις κτηριακές υποδομές, ψηφιοποιούμε διαδικασίες, αναβαθμίζουμε τις δεξιότητες των δικαστικών λειτουργών και υπαλλήλων και θέτουμε σε πλήρη λειτουργία δομές συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων. Έχει ήδη θεσμοθετηθεί η λειτουργία της δικαστικής αστυνομίας για την υποστήριξη, μέσω εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού, του έργου των δικαστικών λειτουργών και τρέχουν όλες οι διαδικασίες για την έναρξη λειτουργίας του σώματος τόσο σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται και ο ψηφιακός μετασχηματισμός όλων των τομέων της δικαιοσύνης, ώστε στο τέλος της τετραετίας, να φτάσουμε τον χρόνο απονομής δικαιοσύνης στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, εντός 500 ημερών από την κατάθεση του ενδίκου μέσου».
Εν κατακλείδι, «η Ελλάδα προσελκύει σημαντικές επενδύσεις στη βιομηχανία, το εμπόριο, τα logistics και σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Τόσο ξένες επενδύσεις όσο και σημαντικές εγχώριες ιδιωτικές επενδύσεις. Μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας έχουν συμβασιοποιηθεί δάνεια ύψους περίπου 7,5 δισ ευρώ, με σημαντική συμβολή πόρων από το τραπεζικό σύστημα και τους ίδιους τους επενδυτές με κριτήρια την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, την καινοτομία, την εξωστρέφεια και τις οικονομίες κλίμακος. Πρόκειται για επενδύσεις που συμβάλλουν στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας χρηματοδοτώντας παράλληλα καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και ποιοτικές εξαγωγές. Σε αυτό το δρόμο, του παραγωγικού μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας με ταυτόχρονη δημοσιονομική ευστάθεια, θα προχωρήσουμε με σχέδιο και επιμονή», επισημαίνει κλείνοντας.