Το ημερολόγιο έγραφε 26 Μαΐου 2000. Εκείνη την ημέρα τα αδέλφια Δημήτρης και Μιχάλη Σαράντης έκαναν το μεγάλο βήμα. Από τυροκόμοι της περιοχής των Τρικάλων, δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις ή για την ανάδειξη τους «στα ψηλά» της ελληνικής γαλακτοβιομηχανίας ή για το άλμα στο κενό!
Τότε δεν ήξεραν φυσικά. Είχαν απλώς ελπίδες και σχέδια. Κι όχι λίγα. Η μικρή τυροκομική επιχείρηση που είχαν δημιουργήσει από το 1985 μαζί με τον πατέρα τους Στέργιο Σαράντη, την εταιρεία Τυροκομικά Αδελφοί Σαράντη (ΤΥΡΑΣ) και η είσοδος τους στη ρουμανική αγορά, ακόμη από το 1992, δεν τους είχε προϊδεάσει για τα όσα επρόκειτο να επακολουθήσουν με την εξαγορά του εργοστασίου, στη Λάρισα. Η ζωή είναι πλούσια σε κύκλους και σταυροδρόμια.
Τα αδέλφια Σαράντη και ο «πόλεμος» των ανταγωνιστών
Αυτή την ημέρα, λοιπόν, έπεσαν οι υπογραφές για την εξαγορά του πρώην συνεταιριστικού εργοστασίου γαλακτοκομίας «Όλυμπος». Τα δύο αδέρφια μπορούν να υποθέσουν τις δυσκολίες με τις οποίες θα έρχονταν αντιμέτωποι στο επόμενο διάστημα, όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να φανταστούν τα όσα θα επακολουθούσαν.
Το περιβάλλον ήταν εξαιρετικά ανταγωνιστικό. Αυτό ήταν γνωστό. Ότι θα ήταν όμως και «πολεμικό» θα το μάθαιναν στα αμέσως επόμενα χρόνια. Για την ιστορία όμως αξίζει να σημειωθεί ότι ο ανταγωνιστής τους στην εξαγορά ήταν η Φάγε, η οποία όμως έχασε διότι έδωσε 850.000.000 δραχμές, ενώ οι αδελφοί Σαράντη πρόσφεραν 1.750.000.000 δραχμές – δηλαδή πέραν του διπλασίου ποσού του δεύτερου μειοδότη.
Η μάχη με την ΦΑΓΕ για τον… Όλυμπο
Κεφάλαια που φυσικά τα δανείστηκαν – από την Alpha Bank. Αλλά και η Φάγε δεν τους ήταν άγνωστη. Από το μέσα της δεκαετίας του 1990 – τότε που η φέτα ήταν ένα περιζήτητο προϊόν για να το έχει στο παραγωγικό της χαρτοφυλάκιο μία γαλακτοβιομηχανία – κατείχε το 10% της Τυράς ΑΕ – μία σχέση μάλλον δύσκολη, που έληξε αρκετά χρόνια αργότερα – της βασικής τυροκομικής επιχείρησης των δύο αδελφών.
Συγκρούστηκαν όμως και στον «Ολυμπο» και η οικογένεια Φιλίππου έχασε. Τότε ο κλάδος της ελληνικής γαλακτοβιομηχανίας ήταν ένα «παιχνίδι» – σχεδόν – για τρεις, την Δέλτα που κυριαρχούσε στο φρέσκο γάλα, την Φάγε, που κυριαρχούσε στο γιαούρτι και η Μεβγάλ, που ακολουθούσε έχοντας πιο ισορροπημένη παραγωγική δραστηριότητα.
Η είσοδος της ΔΕΛΤΑ στο γιαούρτι
Και το επιχειρηματικό κλίμα θύμιζε ταινία θρίλερ, όταν η Δέλτα μπήκε στην αγορά του γιαουρτιού – με το «ζωντανό»! – και η Φάγε μπήκε στην αγορά τους παστεριωμένου γάλακτος. Η αγορά «κόπηκε στη μέση» και χάθηκαν πολλά κεφάλαια. Για την ιστορία η Φάγε αργότερα μετά από πολλές ζημιές αποχώρησε από την αγορά του γάλακτος.
Κι όσες από τις μικρές – κυρίως συνεταιριστικές – επιχειρήσεις είχαν … διασωθεί από το «πρόγραμμα εξυγίανσης» είχε εφαρμόσει η ΑΤΕ – περιορίζονταν στις τοπικές αγορές. Με την εξαίρεση της Δωδώνης, που η δύναμη της ήταν η φέτα και η διεθνή αγορά.
Η αλλαγή που κάνει τη διαφορά…
Η αναβάθμιση της παρουσίας, λοιπόν, των αδελφών Σαράντη με την εξαγορά του εργοστασίου «Ολυμπος», στον κλάδο γαλακτοβιομηχανίας, ήταν μία εν δυνάμει απειλή για τους άλλους τρεις, αλλά ιδιαίτερα για τους δύο μεγαλύτερους, την Δέλτα και την Φάγε. Εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε ότι δεν είχαν άδικο.
Οι νέοι ιδιοκτήτες αποφάσισαν να διαφοροποιηθούν από την υπόλοιπη αγορά. Ετσι το παστεριωμένο γάλα που παρήγαγαν ήταν με 3,7% λιπαρά – όταν σχεδόν η υπόλοιπη αγορά ήταν 3,5%. Κι η επωνυμία ήταν αρκετά «φανταιζί», «Επιλεγμένο».
Αρχισαν πλέον να το τοποθετούν στην αγορά. Το κατόρθωσαν. Κι η ανταπόκριση των καταναλωτών ήταν αρκούντως ικανοποιητική. Η αύξηση όμως της κατανάλωσης του «Όλυμπου» προκαλεί δυσάρεστες εξελίξεις στους ανταγωνιστές της.
Αυξάνει το κόστος των επιστροφών – έναν αστάθμητο κοστολογικό παράγοντα, που δεδομένου του χαμηλού περιθωρίου κέρδους του προϊόντος, εύκολα μπορεί να το καταστήσει ζημιογόνο.
Η τακτική των μεγάλων…
Τότε οι «μεγάλοι» αλλάζουν την τακτική τους. Κι αιφνιδίως το 2001, δηλαδή επόμενο χρόνο από την εξαγορά του εργοστασίου της Λάρισας, σε διάφορες περιοχές της χώρας, όπου υπήρχαν μικρές τοπικές γαλακτοβιομηχανίες, ξεσπάει ένας ανελέητος «πόλεμος τιμών».
Κι η Θεσσαλία διέθετε ήδη τρεις τέτοιες επιχειρήσεις – τις συνεταιριστικές Τρίκη στα Τρίκαλα και Εβόλ στο Βόλο και τον «Ολυμπο». Και των τριών οι οικονομικές δυνατότητες ήταν εξαιρετικά περιορισμένες. Όπως έλεγαν αργότερα «μάτωσαν», αλλά τελικά οι τρεις μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες δεν κατόρθωσαν να καταστρέψουν την πιστότητα των καταναλωτών τους.
… και η ισοπαλία
Κι ο «πόλεμος» έκλεισε με … ισοπαλία! Όμως τα πράγματα στη «μεγάλη» αγορά, δηλαδή στα ψυγεία των σούπερ μάρκετ, εξελίσσονταν θετικά για τους Δημήτρη και Μιχάλη Σαράντη. Κι αυτό όμως δεν ήταν καθόλου ευχάριστο για τους ανταγωνιστές τους.
Την επόμενη χρονιά, το 2002, από τον πρώτο «πόλεμο του γάλακτος» οι πωλήσεις του Όλυμπου ανήλθαν στα 25,2 εκατ. ευρώ! Το επόμενο χρόνο, το 2003 αγοράζει την βουλγαρική επιχείρηση TYRBUL SA. Και τρία χρόνια αργότερα το μερίδιο της στις αλυσίδες ήταν πλέον περί το 16%! Εντυπωσιακό μερίδιο αγοράς.
Τα ασφαλιστικά μέτρα για τον… «Όλυμπο»
Το 2005 η Δέλτα εξαγοράζει στην περιοχή της Λάρισας μία μικρή τοπική τυροκομική επιχείρηση, την «Βίγλα Ολύμπου ΑΕ» και κυκλοφορεί στην αγορά το παστεριωμένο γάλα με την επωνυμία «Αυθεντικό περιοχής Ολύμπου». Οι δύο αδελφοί κάνουν ασφαλιστικά μέτρα. Και η Δέλτα προσφεύγει αμέσως στην Διεύθυνση Σημάτων του τότε υπουργείου Ανάπτυξης, για να «ρίξει» το σήμα «Ολυμπος», διότι όπως ισχυρίζονταν το γάλα δεν το συνέλεγε μόνο από την περιοχή του Ολύμπου, αλλά κι από άλλες περιοχές.
Πεδίο μάχης η Επιτροπή Σημάτων
Η Επιτροπή Σημάτων έγινε το νέο «πεδίο του νέου πολέμου». Μόνο που αν υπερίσχυε η άποψη της Δέλτα μία σειρά εμπορικά σήματα ανά την Ελλάδα θα έπρεπε να καταπέσουν. Μετά από αρκετό διάστημα και αρκετή αγωνία, με τους δικηγόρους των αντιδίκων να ανεβοκατεβαίνουν τους ορόφους του υπουργείου, στην πλατεία Κάνιγγος, τα δύο αδέλφια κέρδισαν κι αυτή την μάχη.
Το καρτέλ του γάλακτος
Τον ίδιο χρόνο, το 2005 ο Ολυμπος εισέρχεται στην αγορά των φυσικών χυμών – όπου ήδη κυριαρχεί η Δέλτα. Κι ο «πόλεμος» είναι γενικευμένος. Πριν προλάβουν όμως να … ανασάνουν, έρχεται νέα «βόμβα». Αυτή τη φορά αφορούσε την συμμετοχή της «Ολυμπος» στο καρτέλ του γάλακτος. Χρόνια αργότερα οι αδελφοί Σαράντη επαναλαμβάνουν δοθείσης ευκαιρίας, πως «η υπόθεση ήταν στημένη». Και τούτο παρά το γεγονός ότι τους επιβλήθηκε το μικρότερο πρόστιμο απ’ όλες τις άλλες γαλακτοβιομηχανίες, που κάθισαν στο εδώλιο της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η εξαγορά της «Ροδόπης» από την Αγροτική Τράπεζα
Ετσι αφού τα δύο αδέλφια ξεπέρασαν τα πρώτα εμπόδια, τα πράγματα άλλαξαν. Φάνηκε ότι τελικά οι Δημήτρης και Μιχάλης Σαράντης έχουν τις αντοχές, τις δυνατότητες, αλλά και την επιμονή να δημιουργήσουν την δική τους ιστορία στην ελληνική γαλακτοκομία.
Ετσι το 2008 εξαγοράζουν την γαλακτοβιομηχανία «Ροδόπη» δίνοντας 5 εκατ. ευρώ στην Αγροτική Τράπεζα – πάλι το διπλάσιο ποσό από τον επόμενο μειοδότη. Διαθέτουν πλέον τρία εργοστάσια στην Ελλάδα, ένα στη Ρουμανία, στο οποίο πραγματοποιούν συνεχείς επενδύσεις και ένα στη Βουλγαρία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σ΄ αυτές τις δύο χώρες η τιμή του γάλακτος τότε ήταν εξαιρετικά χαμηλή – σήμερα πλέον έχει εξομοιωθεί με τα ελληνικά δεδομένα – κι δυνατότητες των εξαγωγών προς την Ευρώπη – κι όχι μόνο – ακόμη μεγαλύτερες. Αλλά και οι επενδύσεις τους συνεχίζονται αμείωτες.
Ηδη όμως η Φάγε είχε κατορθώσει να «χτίσει» το success story του ελληνικού γιαουρτιού στην αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών, μία αγορά που ανέβαινε μήνα με τον μήνα.
Το πρώτο φλέρτ με τις ΗΠΑ που δεν προχώρησε
Τότε στον πρώτο χρόνο της κρίσης, το 2009 τα δύο αδέλφια εξετάζουν το ενδεχόμενο να «ανοίξουν παρτίδες» με την αμερικανική αγορά. Το εξετάζουν σοβαρά, δημιουργούν εταιρεία, αρχίζουν τις εξαγωγές γιαουρτιού και το 2013 κάνουν πίσω και αναστέλλουν το project γιαούρτι. Αλλά συνεχίζουν να εξάγουν φέτα.
Η παλιά τυροκομική βιομηχανία των Τρικάλων, η ΤΥΡΑΣ είναι μεγαλύτερη τυροκομική επιχείρηση της χώρας. Για χρόνια παράγει προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας για τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Βέβαια αυτό το γεγονός έχει ως συνέπεια την περιορισμένη κερδοφορία της, δεδομένου ότι το επώνυμο τυροκομικό προϊόν έχει καλύτερη απόδοση. Ωστόσο όμως η κατάσταση έχει βελτιωθεί σε σχέση με το παρελθόν.
Χρόνο με τον χρόνο οι επιδόσεις του ομίλου – Ελληνικά Γαλακτοκομεία πλέον – αυξάνονται εντυπωσιακά. Ακόμη και στα χρόνια της κρίσης ο όμιλος των δύο αδελφών συνεχίζει να επενδύει και στην Ελλάδα, αλλά και στις θυγατρικές και να αυξάνει τον αριθμό των εργαζομένων του. Μόνο στο διάστημα 2014 – 2016 επένδυσε 65 εκατ. ευρώ!
Η ανάπτυξη των πωλήσεων σε Ελλάδα και εξωτερικό
Στη διάρκεια του 2017 – ακόμη η ελληνική οικονομία δεν είχε βγει από την κρίση – οι πωλήσεις του είχαν ανέλθει στα 312 εκατ. ευρώ και το 2018 πλησίασαν τα 340 εκατ. ευρώ. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι τα 150 εκατ. ευρώ προέρχονταν από πωλήσεις του εξωτερικού – δηλαδή άμεσες εξαγωγές από την Ελλάδα, που ήταν περί τα 80 εκατ. ευρώ και οι πωλήσεις των θυγατρικών του ομίλου στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία.
Ωστόσο με το πέρασμα των χρόνων και την ένταση της κρίσης, η διάρθρωση της αγοράς αλλάζει. Η Φάγε περιορίζει την παρουσία της στην εσωτερική αγορά και γίνεται πλέον μία διεθνής «μπράντα» στις Ηνωμένες Πολιτείας και την Ευρώπη, αφήνοντας ουσιαστικά χώρο στους υπόλοιπους.
Αλλά και η Δέλτα με διαφορετικά επιχειρηματικά σχήματα, αλλά ζει δυο φορές χέρια μέχρι να καταλήξει στο σημερινό fund. Οσες από τις μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις της γαλακτοκομίας επιβιώνουν, βρίσκουν χώρο να αναπτυχθούν. Αλλάζει όμως κι η νομοθεσία στο παστεριωμένο γάλα. Κρίσιμη παράμετρος, διότι κατ’ αυτό τον τρόπο βελτιώνεται η κερδοφορία του προϊόντος. Το παιχνίδι είναι πλέον ανοιχτό.
Τα ψυγεία γεμίζουν με νέους κωδικούς
Ο ανταγωνισμός δεν αφορά πλέον την τιμή αλλά και την ποικιλία των κωδικών στα ψυγεία των σούπερ μάρκετ. Από την άλλη πλευρά δίπλα στο success story του γιαουρτιού που από ευρωπαϊκό έγινε διεθνές, περνώντας την απέναντι ακτή του Ατλαντικού, βρίσκεται πλέον κι η φέτα. Η ελληνική γαλακτοβιομηχανία έχει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης. Και συνεχίζουν.
Ηχηρά deals με Δουμπιά και Αγνό
Το 2022 εξαγοράζουν την θυγατρική της Δέλτα στη Βουλγαρία, την United Milk Company (UMC) κυριαρχώντας ουσιαστικά στη βουλγαρική αγορά και αποκτώντας μία νέα «δύναμη πυρός» στις πωλήσεις εξωτερικού.
Και στην Κύπρο εξαγοράζει το 49% της γαλακτοβιομηχανίας Κουρούσιης – πραγματοποιώντας και νέα επένδυση περισσότερων των 50 εκατ. ευρώ και δημιουργώντας νέο εργοστάσιο χαλουμιού στη Λευκωσία. Παράλληλα ο όμιλος «χτίζει» την παρουσία του στην αγορά των αναψυκτικών με την εξαγορά της παλιά τρικαλινής εταιρείας «Κλιάφας» και στην αγορά του εμφιαλωμένου νερού «Δουμπιά» ενώ στο χαρτοφυλάκιο προστίθεται και η ΑΓΝΟ.
Η πρόταση για την εξαγορά της ΔΕΛΤΑ στον Βγενόπουλο
Για την ιστορία αξίζει να επισημανθεί ότι το 2014 όταν αφεντικό της Δέλτα ήταν ο Ανδρέας Βγενόπουλος, ο Δημήτρης Σαράντης, πρόεδρος τότε του ομίλου έκανε πρόταση εξαγοράς της αντί του ποσού των 200 εκατ. ευρώ – και ανάληψη των τραπεζικών της υποχρεώσεων – που όμως τελικά δεν ευοδώθηκε. Για το μέλλον κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις μπορεί να συμβεί…
Η νέα γενιά στο τιμόνι
Πλέον η διοίκηση του ομίλου έχει περάσει στην επόμενη γενιά. Στα παιδιά των δύο αδελφών. Οι πωλήσεις του ομίλου το 2024 θα ξεπεράσουν τα 650 εκατ. ευρώ με το ebitda να κινείται πάνω από 90 εκατ. ευρώ. Η δυναμική του ομίλου είναι εντυπωσιακή, όχι μόνο στην εσωτερική, αλλά και στη διεθνή αγορά!