Πρόκειται για την πιλοτική εφαρμογή του μέτρου, που θα κρίνει άλλωστε και τον τρόπο που θα ισχύσει, στο μέλλον, για το σύνολο των ανέργων.
Όσο για το κατώτερο όριο, μόνο για την πρώτη, πιλοτική περίοδο, το ύψος του επιδόματος θα παραμείνει στα σημερινά επίπεδα, με όλους τους αρμόδιους να υπογραμμίζουν ότι κανείς δεν θα πάρει χαμηλότερο επίδομα.
Καθώς βέβαια, η καταβολή του θα είναι εμπροσθοβαρής, το επίδομα, στην πιλοτική φάση, κατά το α’ τρίμηνο καταβολής του θα ξεκινάει από 650 ευρώ και θα βαίνει μειούμενο στη συνέχεια. Μελλοντικά, βέβαια, βάσει της νέας αρχιτεκτονικής, όσοι άνεργοι ήταν κατά την διάρκεια του εργασιακού τους βίου χαμηλόμισθοι ή απασχολούνταν λιγότερες από 40 ώρες εβδομαδιαίως, θα λαμβάνουν σημαντικά χαμηλότερο ποσό επιδότησης.
Η λογική στην οποία στηρίζεται το νέο επίδομα, άλλωστε, «πριμοδοτεί» με ένα ανταποδοτικό σκέλος, όσους πριν καταστούν άνεργοι, είχαν εργαστεί για σημαντικά μεγάλο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να γίνεται σίγουρα ανταποδοτικότερο και ενδεχομένως δικαιότερο.
Στον αντίποδα, για όσους εργάζονται περιστασιακά, με μερική απασχόληση και χαμηλούς μισθούς, το νέο επίδομα, στην πλήρη εξέλιξή του, θα ξεκινά χαμηλότερα από το ισχύον σήμερα επίδομα, και θα βαίνει μειούμενο με την πάροδο των μηνών.
Παράλληλα, οι προϋποθέσεις για τη λήψη του επιδόματος γίνονται αυστηρότερες, καθώς θα απαιτούνται 7 μήνες εργασίας ή 175 ημέρες ασφάλισης στο τελευταίο 14μηνο, αντί για 5 μήνες ή 125 ημέρες ασφάλισης που χρειάζονται τώρα.
Αυτό, στην πράξη, κι εφόσον ισχύσει καθολικά, μετά τη λήξη της διάρκειας της πιλοτικής εφαρμογής, αναμένεται να οδηγήσει σε απώλεια του επιδόματος ανεργίας, χιλιάδες εργαζόμενους με ελαστικές μορφές εργασίας, καθώς και μεγάλες κατηγορίες εργαζομένων, όπως μεταξύ άλλων, τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς ή και τους εκπαιδευτικούς που εργάζονται σε φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης, ξένων γλωσσών και κέντρα μελέτης.
Αναλυτικά, βάσει της υπουργικής απόφασης το νέο επίδομα ανεργίας της ΔΥΠΑ «σπάει» σε τρία μέρη:
- Το «σταθερό» αφορά όλους τους δικαιούχους, δηλαδή εκείνους που έχουν τουλάχιστον 7 μήνες απασχόλησης στο τελευταίο 14μηνο. Το ύψος του εξαρτάται από τον μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών των δικαιούχων κατά τη διάρκεια του κρίσιμου 14μηνου, και θα βαίνει μειούμενο. Έτσι, για παράδειγμα, άνεργος με μέσο όρο μηνιαίων αποδοχών ίσο ή μεγαλύτερο από τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό, θα λαμβάνει κατά το πρώτο τρίμηνο της επιδότησης, 648 ευρώ (70% του κατώτατου μισθού, με τα σημερινά δεδομένα) και θα πέφτει στα 370 ευρώ (40% του κατώτατου) κατά το τέταρτο τρίμηνο της επιδότησης. Στο δεύτερο εξάμηνο του δεύτερου έτους, η επιδότηση θα είναι μόλις 185,35 ευρώ (20% του κατώτατου).
- Το «μεταβλητό» αφορά όσους έχουν πάνω από 4 έτη ασφάλισης και έως 20. Θα χορηγείται σε όσους έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον 900 ημέρες ασφάλισης με εισφορές υπέρ του κλάδου ανεργίας της ΔΥΠΑ κατά τα 4 χρόνια που προηγούνται της λήξης ή λύσης της εργασιακής σχέσης κι έχουν κατά το κρίσιμο αυτό διάστημα αποδοχές ίσες ή ανώτερες κατά μέσο όρο από τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό. Θα χορηγείται παράλληλα με το σταθερό μέρος και για έως 12 μήνες (ανώτατο όριο). Το ύψος του θα εξαρτάται από τον αριθμό των ετών του ασφαλιστικού βίου των δικαιούχων, από το 4ο και έως το 20ο έτος ασφάλισης και από τον μέσο όρο των αποδοχών τους, κατά τα έτη αυτά. Το ανώτατο όριο που μπορεί να φθάσει το επίδομα ανεργίας στην περίπτωση που κάποιος θα λάβει τόσο το σταθερό όσο και το μεταβλητό σκέλος, είναι τα 1.298 ευρώ το μήνα, για τους πρώτους τρεις μήνες της επιδότησης.
- Το «προσαυξημένο» αφορά όσους έχουν έμμεσα ασφαλισμένα μέλη και κυρίως τις μονογονεϊκές οικογένειες.
Το πιλοτικό πρόγραμμα αναμένεται να ξεκινήσει, εκτός απροόπτου, έως το τέλος Φεβρουαρίου, για περισσότερους από 15.000 άνεργους, ενώ εφόσον τα αποτελέσματα είναι θετικά και αφού γίνουν οι απαραίτητες βελτιώσεις, θα εφαρμοστεί καθολικά το 2026 σε όλους τους ανέργους που βρίσκονται στη λίστα της ΔΥΠΑ και πληρούν τις προϋποθέσεις.