Αρνητική ήταν η απάντηση του Προέδρου της Δημοκρατίας Κώστα Τασούλα στο αίτημα του Αλέξη Τσίπρα να δημοσιευτούν τα πρακτικά του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών το οποίο πραγματοποιήθηκε στις 6 Ιουλίου 2015, αίτημα στο πλαίσιο του οποίου ο κ. Τσίπρας επισήμανε την ανάγκη να χυθεί φως για να σταματήσουν οι ενδεχομένως αναπόδεικτοι ισχυρισμοί εναντίον της προηγούμενης κυβέρνησης και του ίδιου, για την κρίσιμη εκείνη περίοδο προετοιμασίας για το δημοψήφισμα και διαπραγμάτευσης με την ηγεσία της Ευρωζώνης.
Αντικειμενικά και ανεξαρτήτως προθέσεων, η απορριπτική απόφαση Τασούλα κρατά στο σκοτάδι τα τεκταινόμενα μιας εξαιρετικά κρίσιμης περιόδου για τη νεότερη ελληνική ιστορία, και χορηγεί στους πολέμιους του κ. Τσίπρα -πριν και πάνω απ’ όλα στον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση- μια πολύτιμη παράταση στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο έχουν την ευκαιρία να αντιδικούν μαζί του για την τότε στάση του, καρπούμενοι και το αντίστοιχο πολιτικό όφελος -και μάλιστα εν μέσω πρόωρης έναρξης της άτυπης προεκλογικής περιόδου-, χωρίς καμία από τις δύο πλευρές να μπορεί να αποδείξει και να τεκμηριώσει, τα όσα ισχυρίζεται.
Αναλυτικά η απάντηση του κ. Τασούλα ανέφερε:
Όπως ξέρετε, το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών δεν προβλέπεται στο Σύνταγμα. Είναι συνεπώς άτυπο όργανο του οποίου οι συνεδριάσεις γίνονται κεκλεισμένων των θυρών παρουσία μόνο ελαχίστων απαραιτήτων τρίτων (πρακτικογράφοι).
Τα διαλαμβανόμενα σε αυτό είναι απόρρητα, καθώς αφορούν σε σοβαρότατα εθνικά θέματα, για αυτό και τα πρακτικά δεν κοινοποιούνται στους μετέχοντες του Συμβουλίου, αλλά παραμένουν στην Προεδρία της Δημοκρατίας.
Η μόνη δημοσιότητα που ακολουθεί ένα Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών είναι το κοινό ανακοινωθέν που εκδίδεται. Το ίδιο ακριβώς ίσχυε και με το καταργηθέν ήδη από το 1986 παρεμφερές Συμβούλιο της Δημοκρατίας του οποίου επίσης τα πρακτικά ήταν απόρρητα.
Το ίδιο αίτημα με το δικό σας είχε σχετικά πρόσφατα υποβληθεί από την Πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας στις 28/8/2024 και η απάντηση που εδόθη στις 30/9/2024 από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας ήταν αρνητική για τους ίδιους λόγους που αναφέρω παραπάνω.
Κατόπιν αυτού θεωρώ πως δεν είναι δυνατή η δημοσιοποίηση των πρακτικών αυτών»