Τα τέσσερα κλειδιά που οδηγούν σε υψηλότερη σύνταξη

Advertisement

Η ηλικία συνταξιοδότησης, το ύψος του μισθού, τα συνολικά έτη ασφάλισης καθώς και η κάθε φορά επιλογή της ασφαλιστικής κατηγορίας (στην περίπτωση ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων) καθορίζουν το ύψος της μελλοντικής σύνταξης, με τους ειδικούς να επισημαίνουν πως με προσεχτικές κινήσεις καθ’ όλη την διάρκεια του εργασιακού βίου, μπορεί κάποιος να «ξεκλειδώσει» πιο εύκολα, γρηγορότερα και ίσως υψηλότερα ποσά συντάξεων.

Ιδιαίτερα όσοι βρίσκονται κοντά στην συμπλήρωση των απαιτούμενων ετών ασφάλισης, αλλά και του προβλεπόμενου ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεχτικοί, με δεδομένο ότι τόσο τους επόμενους μήνες, όσο και εντός του 2026 αναμένεται μαζική έξοδος από την αγορά εργασίας. Και όπως επισημαίνουν οι ειδικοί στην κοινωνική ασφάλιση, κάθε ένσημο μετράει, ειδικά έως τη συμπλήρωση των 40 ετών ασφάλισης, αφού η ωρίμανση του νόμου Κατρούγκαλου που «κούρεψε» σημαντικά τις συντάξεις των νέων δικαιούχων, οι χαμηλοί μισθοί και τα αξιοσημείωτα υψηλά ποσοστά ανεργίας, οδηγούν σε συντάξεις που κατά μέσο όρο δεν ξεπερνούν τα 900 ευρώ μεικτά.

Στην περίπτωση δε, των ελεύθερων επαγγελματιών, για τις χαμηλές συντάξεις ευθύνεται κατά κύριο λόγο, η επιλογή των ίδιων, να ασφαλιστούν στη χαμηλότερη ασφαλιστική κατηγορία.

Advertisement

Το πρώτο, και σημαντικό «κλειδί» για καλύτερη σύνταξη, είναι να μην επιλέξει κανείς την πρόωρη συνταξιοδότηση που οδηγεί σε μειωμένη παροχή. Εκτιμάται, ότι κατά μέσο όρο, όσοι βγαίνουν με πρόωρη συνταξιοδότηση λαμβάνουν χαμηλότερη σύνταξη κατά τουλάχιστον 30%. Εάν λοιπόν, επιθυμεί κάποιος να λάβει σύνταξη αυξημένη κατά τουλάχιστον 140 με 150 ευρώ, δεν πρέπει – εφόσον μπορεί – να κάνει χρήση της δυνατότητας για πρόωρη συνταξιοδότηση.

Τα δύο επόμενα «κλειδιά», το ύψος του μισθού και τα έτη ασφάλισης τα οποία λειτουργούν συνδυαστικά. Επηρεάζονται βέβαια και από το ισχύον ασφαλιστικό σύστημα, που ορίζει υψηλή Εθνική Σύνταξη, ενιαία για όλους τους ασφαλισμένους, και ποσοστά αναπλήρωσης, τα οποία λειτουργούν στο πλαίσιο του αναδιανεμητικού συστήματος.

Έτσι, ασφαλισμένος με τον βασικό μισθό, στο τέλος του ασφαλιστικού του βίου, λαμβάνει συντελεστή αναπλήρωσης 102,6%, λόγω της εθνικής σύνταξης και ασφαλισμένος με 2.000 ευρώ μισθό, μετά από 40 χρόνια εργασίας, λαμβάνει συντελεστή αναπλήρωσης 71,8%. Χωρίς την εθνική σύνταξη, το ύψος της παροχής στον χαμηλόμισθο, θα είχε ποσοστό αναπλήρωσης της τάξης του 76,2%.

Advertisement

Με το ισχύον σύστημα, τα έτη ασφάλισης, αλλά και το ύψος του μισθού, βοηθούν σε μια ικανοποιητική σύνταξη. Βέβαια, με βάση τις εισφορές που έχουν καταβληθεί, το ύψος των συντάξεων είναι «ευνοϊκότερο» για τους χαμηλόμισθους και σχεδόν τιμωρητικό για τους υψηλόμισθους.

Έτσι, για παράδειγμα μισθωτός με μέσο μισθό κατά τα 40 έτη ασφάλισής του, 880 ευρώ, θα λάβει σύνταξη της τάξης των 851,48 ευρώ το μήνα. Εάν ο μέσος μισθός του είναι 2.000 ευρώ, μετά από επίσης 40 έτη ασφάλισης, θα λάβει σύνταξη 1436,60 ευρώ μεικτά.

Στην περίπτωση που το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα κύριας ασφάλισης ήταν κεφαλαιοποιητικό και λειτουργούσε με ατομικούς λογαριασμός, ο πρώτος ασφαλισμένος θα λάμβανε σύνταξη πολύ χαμηλότερη, ήτοι της τάξης των 632,32 ευρώ το μήνα, μεικτά. Ο δεύτερος, θα έβλεπε την σύνταξή του κατά τι, αυξημένη, της τάξης των 1.523,65 ευρώ.

Advertisement

Με το ισχύον πάντως σύστημα, η συμπλήρωση 40 ετών ασφάλισης, ακόμα και εξαγοράζοντας πλασματικά χρόνια, προσφέρει σημαντικά υψηλότερη σύνταξη, ιδιαίτερα μετά την βελτίωση των ποσοστών αναπλήρωσης που προβλέπει ο νόμος Βρούτση, από τα 36 έως τα 40 έτη ασφάλισης.

Ευνοημένους από τα ποσοστά αναπλήρωσης, χωρίς αυτό να σημαίνει και ιδιαίτερα υψηλές συντάξεις, θεωρούν οι ειδικοί τους συνταξιούχους με 15 ή 20 χρόνια που αμείβονταν κατά μέσο όρο με τον βασικό μισθό που σήμερα είναι 880 ευρώ, καθώς μπορεί να παίρνουν πολύ μικρή ανταποδοτική σύνταξη, αλλά όταν προστίθεται και η εθνική σύνταξη, που ανέρχεται στα 436,40 ευρώ, καταλήγουν με υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης, φτάνοντας συνταξιούχους που πλήρωσαν εισφορές για περισσότερα χρόνια και είχαν μεγαλύτερους μισθούς.

Αδικημένοι θεωρούνται και όσοι έχουν πάνω από 40 έτη ασφάλισης, καθώς με το Νόμο Βρούτση για κάθε επιπλέον έτος, οι ασφαλισμένοι έχουν προσαύξηση σύνταξης μόλις κατά 0,5%, όταν από τα 36 ως τα 40 έτη η ετήσια προσαύξηση που κερδίζουν στο τελικό ποσό σύνταξης είναι 2,55%.

Advertisement

Έτσι, για παράδειγμα ασφαλισμένος που έχει 43 έτη ασφάλισης και συνταξιοδοτείται με μέσο μισθό 2.300 ευρώ θα πάρει σύνταξη 1.621 ευρώ κερδίζοντας μόλις 23 ευρώ επιπλέον στη σύνταξη από κάποιον με δύο χρόνια λιγότερα (41 έτη ασφάλισης).

Στην περίπτωση βέβαια των μη μισθωτών, ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών, υψηλότερη σύνταξη θα δουν, όσοι επιλέξουν υψηλότερη ασφαλιστική κατηγορία και καταβάλλουν μεγαλύτερες μηνιαίες εισφορές.

Χρήσιμο …αντικλείδι θεωρούν οι ειδικοί και την συνταξιοδότηση κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους σε σχέση με το πρώτο, καθώς ακόμη και λίγοι μήνες, μπορεί να οδηγήσουν σε σύνταξη υψηλότερη ακόμη και κατά 50 ευρώ το μήνα.

Advertisement

Στην πράξη, οι ειδικοί συμβουλεύουν τους μελλοντικούς συνταξιούχους, ότι το ποσό θα βγει υψηλότερο, εάν η αίτηση συνταξιοδότησης γίνει τον Δεκέμβριο και όχι τον Ιούλιο. Για παράδειγμα, ασφαλισμένος που συμπληρώνει 38 έτη στο τέλος του έτους και συντάξιμο μισθό 1.950 ευρώ, αν κάνει αίτηση τον Δεκέμβριο του 2025 θα πάρει σύνταξη 1.312 ευρώ. Αν κάνει αίτηση τον Σεπτέμβριο, που θα έχει 37 έτη και 9 μήνες, θα πάρει 1.300 ευρώ και με αίτηση τον Ιούλιο, που θα έχει 37 έτη και 7 μήνες, θα πάρει 1.291 ευρώ.

euro2day.gr

Advertisements

Δείτε και αυτά:

Advertisement