Ένα ακόμη κεφάλαιο της ουτοπικής ιστορίας της “Ε”, είναι αυτό του Συνεταιρισμού που θα εισέπραττε και θα μοίραζε το 80% των κερδών στο προσωπικό της εφημερίδας. Ιδρύθηκε αρχές καλοκαιριού του 1976, μετά την αποπομπή Φιλιποπουλου, για «να συμβληθεί με την Α.Ε. και να επιμεληθεί την είσπραξη και διανομή των κερδών στο προσωπικό», σύμφωνα με το νέο Κανονισμό.
Δεν πίστεψα και δεν μετείχα στο Συνεταιρισμό – όπως και αρκετοί άλλοι συνάδελφοι, οι πιο ρεαλιστές κατά τη γνώμη μου – και δεν πω πολλά. Αποκαλυπτικά πάντως είναι αυτά που γράφει ο Σερ. Φυντανίδης, που ούτε αυτός έγινε μέλος, στο βιβλίο του 31 αξέχαστα χρόνια στο ξύλινο τιμόνι της “Ελευθεροτυπίας” και της “Κυριακάτικης Ε”: Λίγο μετά την έκδοση της «Ε», μία μεγάλη ομάδα συντακτών ίδρυσε έναν συνεταιρισμό, προκειμένου να αποσπάσει το 80% πού είχαν υποσχεθεί ότι θα δίνουν οι εκδότες στους συντάκτες. Επικεφαλής ήταν ένας παλιός και πολύ έμπειρος οικονομικός συντάκτης, ο Γιώργος Κατσώνης. Όμως αυτό το εγχείρημα δεν προχώρησε ποτέ.
Και αποφεύγοντας να τοποθετηθεί – ίσως επειδή ο ίδιος δεν ήταν παρών στο ξεκίνημα και δεν είχε ενστερνιστεί την προσπάθεια – συνεχίζει χρησιμοποιώντας απόσπασμα κειμένου του Μάκη Γιομπαζολιά, που αναφέρεται στο Συνεταιρισμό: «Ικανός αριθμός συντακτών της “Ε” όλων των αποχρώσεων, δημιούργησαν συνεταιρισμό, ο οποίος ως νομικό πρόσωπο επιδίωξε δικαστικά να επιβεβαιωθούν επίσημα τα δικαιώματα των συντακτών στο 80% των κερδών της “Ε”, όπως προέβλεπαν οι αρχικές δημόσιες δεσμεύσεις και γραπτές συμφωνίες.
Και το ήθελαν αυτό όχι τόσο για το οικονομικό του περιεχόμενο. Αλλά γιατί σε μια αστική ανώνυμη εταιρεία με «αφεντικά», πού ήταν πλέον η “Ε”, μόνο η παρέμβαση στα οικονομικά της μπορούσε να επαναφέρει την δημοσιογραφική εξουσία των συντακτών.Το ότι πράγματι αυτό ήταν το μόνο πού μπορούσε – νομικά και όχι συνδικαλιστικά – να διεκδικηθεί, προέκυψε από την πρωτόδικη απόφαση, πού αναγνώριζε σε μεγάλο βαθμό τα δικαιώματα αυτά των συντακτών. Στο Εφετείο βέβαια αποψιλώθηκαν. Και στον Άρειο Πάγο δεν έφτασε ποτέ η κόντρα, γιατί στο μεταξύ είχε… αποψιλωθεί ο συνεταιρισμός!
Προβλήματα του Συνεταιρισμού: Ότι εμπνευστής και ηγέτης της ήταν ο προϊστάμενος του οικονομικού ρεπορτάζ Γιώργος Κατσώνης, στον οποίο αποδόθηκαν δόλιες επιδιώξεις – πού πάντως ποτέ δεν αποδείχθηκαν – καθώς ήταν εκ των στενών συνεργατών του Φιλιππόπουλου και συνεργάτης μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Ότι δεν συμμετείχαν στο εγχείρημα όλοι οι συντάκτες, κάποιοι μάλιστα το πολέμησαν. Και μεταξύ τους εκείνοι πού είχαν καταγγείλει τον Φιλιππόπουλο και διευκολύνει τις επιδιώξεις του Τεγόπουλου. Και ότι με την πάροδο του χρόνου, άλλοι συντάκτες έφυγαν από την εφημερίδα, άλλοι απολύθηκαν (μεταξύ τους και ο Κατσώνης), άλλοι παραιτήθηκαν κουρασμένοι από την προσπάθεια και άλλοι έφυγαν από την ζωή (όπως ο Στρατής Ζαχαριάδης και αργότερα ο Κατσώνης).
«…οφείλεις, αγαπητέ Σεραφείμ, κάποιαν εξήγηση»
Η απόλυση Κατσώνη ήταν αποτέλεσμα μακροχρόνιας κόντρας του με Φυντανίδη και εκδότες, που κορυφώθηκε με την ακόλουθη επιστολή του προς τον διευθυντή:
Αθήναι, 3 Μαρτίου 1979
Αγαπητέ Σεραφείμ
Με το γράμμα μου αυτό σκόπευα να σου παραπονεθώ – στο φιλικό επίπεδο πού και οι δύο, νομίζω, θέλουμε να παραμείνουν οι σχέσεις μας – για δύο πράγματα:
Πρώτον για τη λογοκρισία των χειρογράφων μου και την προκρούστεια μεταχείρισή τους από καχυποψία ή εμπάθεια ή – στην καλύτερη περίπτωση – έλλειψη ειδικότητος. Παράδειγμα το ειδησεογραφικό κομμάτι πού σου παρέδωσα το βράδυ της Δευτέρας (26/2) για το ταξίδι Καραμανλή στη Σαουδαραβία, τα αποτελέσματα της πετρελαϊκής πολιτικής και την αγωνία του Ασπροπύργου. Με ρώτησες αν το υπογράφω και ενώπιον πολλών συναδέλφων σου απάντησα ότι έχω τα αρχικά μου σ’ αυτό, μπορείς δε να βάλεις και την υπογραφή μου. Το είχες διαβάσει και δεν μου φανέρωσες κανένα δισταγμό για το περιεχόμενό του.
Δύο μέρες αργότερα (28/2 το βράδυ) πού σου παραπονέθηκα για την κακοποίηση όχι μόνο του χειρογράφου αλλά, κυρίως, του θέματος, με ξάφνιασες με την προσβλητική δικαιολογία ότι «δεν θέλαμε να δοθεί η εντύπωση ότι είμαστε υπέρ των δύο διϋλιστηρίων». Για να με ξαφνιάσεις πιο πολύ στη συνέχεια όταν παραδέχθηκες, σε δική μου παρατήρηση, ότι δεν ήθελες να δικαιωθεί η θέση Μητσοτάκη στην τριβή του με τον Έβερτ.
Με ανάγκασες δε να σου πω ότι με τον τρόπον αυτό δεν μπορεί ο δημοσιογράφος να κάμει σωστά τη δουλειά του. Γνωρίζω – σου είπα – θέμα μέγα πού απασχολεί αυτή τη στιγμή το ΠΑΣΟΚ και μπορεί να είναι τορπίλη για την πολιτική Μητσοτάκη, αλλά με τη λογοκρισία πού γίνεται στα χειρόγραφά μου δεν μπορώ να το δώσω, δεν έχω κίνητρο να το ψάξω καν. Και έφυγα σκοπεύοντας να σου θυμίσω γραπτώς ότι η αντικειμενική δημοσιογραφία δεν είναι ο φούρνος του Χότζα πού τον γυρνάμε κατά πού φυσάει ο άνεμος. (Αν κάτι ωφελεί τον α’ υπουργό ή κόμμα το γράφουμε αν όχι το σβήνουμε και έτσι αποτελεί ντοκουμενταρισμένη είδηση). Διότι αυτό ακριβώς έγινε με το χειρόγραφό μου της 26/2.
Το δεύτερο, και απόλυτα σχετικό, ήταν να σε ρωτήσω γιατί δεν δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα μας η ανακοίνωση για την αναβολή της υπογραφής του ιδρυτικού της Τραπέζης Μακεδονίας – Θράκης. Έθιγε βεβαίως το Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών ή τον πρόεδρό του. Αλλά επειδή συμβαίνει να είναι ο νομικός μας σύμβουλος μπορούμε ν’ αποκρύπτομε ειδήσεις πού ενδιαφέρουν ολόκληρη την βορειοελλαδική κοινή γνώμη και τις βάζουν όλες οι άλλες εφημερίδες, μόνο και μόνο γιατί έχομε το δεσμό πού έχομε; Έτσι εκπληρώνομε τις διακηρύξεις μας προς τους αναγνώστες και το λαό για «αδέσμευτη δημοσιογραφία», «καθαρές ειδήσεις» και τα τοιαύτα;
Αλλά όλα αυτά πού σκόπευα να σου παραπονεθώ ωχριούν μπρος σ’ αυτό πού έμαθα πριν λίγο, και μου φαίνεται ακόμα απίστευτο. Πήρες – μου γνωστοποιούν – στο τηλέφωνο τον κ. Π. Μπακογιάννη, γαμβρό του κ. Μητσοτάκη, και του κατήγγειλες ότι σου μίλησα περί κάποιου σκανδάλου του κ. Μητσοτάκη. Και με τέτοιο τρόπο μάλιστα, ώστε να πάψουν να με θεωρούν φίλο τους (οι περί τον Μητσοτάκη), αφού αυτά γι’ αυτούς απεργάζομαι.
Μένω στ’ αλήθεια εμβρόντητος. Ώστε δεν ήταν μόνον ο εκδότης κ. Τεγόπουλος πού με κατέδιδε – εκείνος τουλάχιστον μπορεί να έχει και λόγους – στον κ. Παπαληγούρα, αλλά και εσύ ο συνάδελφος και δημοσιογραφικός διευθυντής και προϊστάμενός μου. Εμέ τον επαγγελματία πού κατά καθήκον σε ενημερώνω για ό,τι συμβαίνει στον οικονομικό χώρο και με καρφώνεις στην πηγή μου για να την κλείσεις οριστικά και για μένα και για την εφημερίδα. Και το κάνεις όταν παράλληλα με μεμφόσουν για την δήθεν επιφυλακτικότητά μου απέναντι σε σένα πού είχες τις «πιο φιλικές διαθέσεις», όπως έλεγες.
Μου οφείλεις, αγαπητέ Σεραφείμ, κάποιαν εξήγηση πριν προχωρήσω τις σκέψεις μου και πριν καταλήξω σε συμπεράσματα πράγματι καταλυτικά. Αν έχεις λόγους να συμπαρασταθείς στον εκδότη εναντίον μου έχει κι’ αυτό την εξήγησή του. Αλλά, επί τέλους, χωρίς καμίαν επιλογή μέσων;
Είπες ακόμη – συνάδελφοι μου το είπαν χθες – ότι «ο Κατσώνης όπως το πάει θα ήθελε να περνάει 1η και 15 να παίρνει απλώς το μισθό του». Ενώ γνωρίζεις ότι είμαι σχολαστικά τακτικός στην καθημερινή παρουσία μου στην εφημερίδα και στα καθήκοντά μου. Το θέμα βέβαια είναι ότι δεν θέλετε – αυτό πλέον φαίνεται να ισχύει και για σένα, αν δεν μου δώσεις εξήγηση – να αποδίδω κάτι πάρα πάνω, αυτό πού νομίζω ότι μπορώ, στην εφημερίδα. Αλλά γι’ αυτό η ευθύνη δεν βαρύνει εμένα. Είναι κοινό μυστικό πια.
Με ειλικρινή λύπη
Γιώργος Κατσώνης
Μη υπαρχούσης πλέον Συντακτικής Επιτροπής, ο Κατσώνης είχε δώσει και σ’ εμένα – ως αρχισυντάκτη της εφημερίδας και τέως γραμματέα της Σ.Ε. – αντίγραφο της επιστολής.
«… γιατί αυτός πληρώνει…»
Και μια ακόμη καταγγελτική επιστολή συναδέλφου προς τη Συντακτική Επιτροπή, επί Φιλιππόπουλου μάλιστα, που για κάποιο λόγο δεν έφτασε ποτέ στα μέλη. Πρόκειται για επιστολή του Γιώργη Κρεμμυδά την οποία βρήκα σε φάκελο που μου παρέδωσε ο προκάτοχός μου στη γραμματεία της Επιτροπής και μου ζητήθηκε «να μην την ξεθάψω…»
Η καταγγελία, με ημερομηνία 23/2/1976: Από τον συνεκδότη της «Ε» κ. Τεγόπουλο δέχθηκα επίπληξη σε ύφος σκαιό και με φωνές απαράδεκτα έντονες, γιατί από ρεπορτάζ κάποιας δίκης παραλείφθηκε να γραφτεί το όνομα του συνηγόρου κ. Γιαννόπουλου. Δεν αισθάνομαι ανάγκη να απολογηθώ αλλά εξηγώ γιατί έγινε, όπως προσπάθησα και στον ίδιο να κάνω. Το ρεπορτάζ εκείνο μεγάλωσε «σε τρεις δόσεις» από ισάριθμους συναδέλφους. Ανάμεσα σε άλλα παρουσία 3-4 συναδέλφων είπε ότι «είμαι υποχρεωμένος να τον αναφέρω γιατί είναι κουνιάδος του», «… γιατί αυτός πληρώνει…» και διάφορα άλλα απαράδεκτα και υπάρχει προηγούμενο. Στην δίκη του «Πολυτεχνείου» επειδή από έλλειψη χώρου δεν δημοσιεύθηκε φωτογραφία του ίδιου συνηγόρου αναγκάσθηκα (στην κυριολεξία) να κάνω «επανόρθωση» γράφοντας.. «πολιτικό παρασκήνιο» για να δημοσιευθεί φωτογραφία του. Γ. ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ
«…ουδέποτε θεώρησα εαυτόν συμμέτοχο των κερδών»
Και σαν «Υστερόγραφο» μία προσθήκη σε προηγούμενη ανάρτηση: Ο Χρήστος Θεοχαράτος στο διθύραμβό του στο περιοδικό “Ελευθεροτυπία” για Το πείραμα της εφημερίδας “Ελευθεροτυπία”, σημείωνε ότι «η κρίσιμη ώρα – η ώρα πού θα σημάνει ένας συναγερμός στο χώρο – θα είναι η ώρα της πρώτης διανομής των κερδών».
Ο ίδιος ύστερα από τεσσεράμισι περίπου χρόνια, στις 10 Μαρτίου 1980, υποβάλλοντας την παραίτησή του από την “Ελευθεροτυπία” για να εργασθεί στην εκδιδόμενη – από τον έχοντα αποχωρήσει από την “Ε” Χρ. Σιαμαντά – “Μεσημβρινή”, σημείωνε μεταξύ άλλων: «…ουδέποτε θεώρησα εαυτόν συμμέτοχο των κερδών της παρά τις αντίθετες δημόσιες διαβεβαιώσεις του ιδιοκτήτη της- και ότι, συνεπώς, καμία άλλη οικονομική αξίωση δεν έχω, πέραν όσων ορίζει η εργατική νομοθεσία».
