Με την ολοκλήρωση της παρουσίας του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ, μια μόλις εβδομάδα μετά την αντίστοιχη του Κυριάκου Μητσοτάκη, ανοίγει ουσιαστικά μια μακρά προεκλογική περίοδος. Όποτε και αν γίνουν οι εκλογές, οι δυο βασικοί «μονομάχοι» έχουν πάρει τις θέσεις τους και δρομολογούν τις εξελίξεις.
Ποιο είναι το χαρακτηριστικό των δυο, με διαφορά μιας εβδομάδας, παρουσιών στη Θεσσαλονίκη;
Ο Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε να δείξει ότι είναι «έτοιμος να κυβερνήσει». Με ένα ρεαλιστικό και ταυτόχρονα ριζοσπαστικό κυβερνητικό σχέδιο μέσα στα όρια της πραγματικότητας της οικονομίας. Δίνοντας ταυτόχρονα ισχυρό κοινωνικό πρόσημο στο πολιτικό του σχέδιο υπέρ της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας της μεσαίας τάξης και των πιο αδύναμων στρωμάτων.
Ηταν ένας Τσίπρας με κοινωνικό πρόσωπο, με ρεαλισμό και με την εμφανή διάθεση ο ΣΥΡΙΖΑ να αποκαταστήσει τη διαταραγμένη σχέση με τη μεσαία τάξη, ως συνέπεια πολιτικών που ασκήθηκαν την περίοδο της διακυβέρνησής του.
Από την άλλη πλευρά ο Κ.Μητσοτάκης στην εμφάνισή του στη Θεσσαλονίκη το προηγούμενο σαββατοκύριακο, έδειξε «κολλημένος» σε ένα κυβερνητικό αφήγημα που ήδη έχει φθαρεί. Οτι η ελληνική οικονομία βιώνει ένα αναπτυξιακό και μεταρρυθμιστικό άλμα, οτι όλα πηγαίνουν καλά και οι μοναδικές δυσκολίες προέρχονται από εξωγενείς παράγοντες και παγκόσμιες κρίσεις.
Ο ίδιος δε και η κυβέρνησή του έρχονται ως αρωγοί των αδυνάτων με τη μορφή ενός «κράτους των επιδομάτων». Πολλοί εκτιμούν ότι το αφήγημα, εκτός από φθαρμένο, είναι ταυτόχρονα αλαζονικό και με εμμονικά χαρακτηριστικά. Γιατί ενώ η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία προετοιμάζεται μάλλον για τον πιο δύσκολο χειμώνα της μεταπολίτευσης, ο «κυβερνήτης» της χώρας (άλλη επίσης «βοναπαρτική» έκφραση) δείχνει να απολαμβάνει κάποιους, αγνώστους στην ευρεία κοινή γνώμη, προσωπικούς «θριάμβους».
Ενας Τσίπρας, λοιπόν, με κοινωνικό πρόσωπο και με εμφανή τα στοιχεία της ωρίμανσης και της εξέλιξης στο ηγετικό του προφίλ. Και ένας Μητσοτάκης στο απόγειο της αλαζονείας, με εμφανή τη διακοπή της επικοινωνίας με τη συγκυρία και τις ανάγκες των πολιτών. Και ταυτόχρονα πολυτραυματίας από το σκάνδαλο των υποκλοπών και την καταρράκωση του θεσμικού και εκσυγχρονιστικού προφίλ του. Κάπως έτσι ξεκινά μια δύσκολη και με εκπλήξεις σκληρή προεκλογική περίοδος.
Έχω την υποχρέωση να αποκαταστήσω την μεσαία τάξη
Ξεχωριστεί πάντως σημερινή τοποθέτηση του κ. Τσίπρα η αναφορά του πως έχει υποχρέωση να αποκαταστήσει τις αδικίες για τη μεσαία τάξη. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αδικήσαμε τη μεσαία τάξη όχι από συνειδητή επιλογή, αλλά είχαμε τον εθνικό στόχο να βγάλουμε τη χώρα έξω από τα μνημόνια, σημειώνοντας ότι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την υποχρέωση να αποκαταστήσει όποιες αδικίες υπήρξαν στο πλαίσιο αυτού του εθνικού στόχου και έθεσε το ερώτημα. Πού είναι η μεσαία τάξη και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης από την κυβέρνηση;
Ηθική υποχρέωση να δώσουμε τα αναδρομικά και να επαναφέρουμε την 13η σύνταξη
Μια δεύτερη σημαντική υπόσχεση ήταν για τους συνταξιούχους με τον κ. Τσίπρα να αναφέρει ότι «μετά την μεσαία τάξη η μεγαλύτερη εξαπάτηση του κ. Μητσοτάκη ήταν στους συνταξιούχους. Ήταν η κατηγορία που είχε αποδεχθεί το αφήγημα ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ευθύνεται για τις περικοπές που είχαν γίνει στην περίοδο Σαμαρά, μέσα από την προπαγάνδα. Πίστεψε ότι με την κυβέρνηση ΝΔ θα δει καλύτερες μέρες και αύξηση των απολαβών. Και τι είδε; Ότι με την κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε την κατάργηση της 13ης σύνταξης του 2019. Επίσης είχαμε τον τριπλασιασμό των εκκρεμών συντάξεων, είχαμε ψίχουλα ή καθόλου επιδόματα στο τέλος του χρόνου και είχαμε και την μεγάλη κοροϊδία των αναδρομικών, όπου τάξανε ότι τα αναδρομικά θα τα πάρουν όλοι και τελικά νομοθέτησαν ότι θα τα πάρουν οι υψηλότερες συντάξεις και επιπλέον, για τις προσφυγές τους είπε ψέματα σαν κοινός απατεώνας. Εμείς θέλουμε με ειλικρίνεια να πούμε ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα πάντα αλλά δεν θα σας πετάξουμε στον δρόμο. Γι’ αυτό θα δώσουμε τα αναδρομικά σε τρεις δόσεις, θα επαναφέρουμε την 13η σύνταξη, θα καταργήσουμε την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης. Όσο για τις αυξήσεις που τους τάζει ο κ. Μητσοτάκης είναι οι αυξήσεις που είχε ψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ».
Παράλληλα, έθεσε ξεκάθαρα το διακύβευμα των βουλευτικών εκλογών, τονίζοντας ότι «αυτή τη φορά υπερβαίνει ακόμα και τις σαφείς ιδεολογικές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερά, όχι γιατί οι διαχωρισμοί αυτοί έχουν πάψει να υπάρχουν, όπως ελπίζουν οι αντίπαλοί μας, το αντίθετο, σήμερα είναι πιο εμφανείς από ποτέ», με την επισήμανση ότι «η Δημοκρατία κινδυνεύει» και υπογράμμισε ότι «η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ, θα ανοίξει το δρόμο για τη συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων, στη βάση των προγραμματικών τους συγκλίσεων, και για μια κυβέρνηση που θα έχει τη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού μας». Απάντησε επίσης και στα περί «τερατογένεσης», που είπε ο κ. Μητσοτάκης: «Μια κυβέρνηση πλατιάς λαϊκής νομιμοποίησης, δεν είναι κυβέρνηση αστάθειας… Αντιθέτως, για πρώτη φορά θα πάψει να αποφασίζει το 1/3 των πολιτών για λογαριασμό της μεγάλης πλειοψηφίας. Και η Ελλάδα θα κυβερνηθεί, επιτέλους, όπως μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα. Με ασφάλεια και με πλατιά δημοκρατική νομιμοποίηση. Και αυτό όχι μόνο δεν είναι τερατογένεση, αλλά η γέννηση της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο. Η νέα μεγάλη Αλλαγή που έχει ανάγκη ο τόπος. Σε αυτή την προσπάθεια, σε αυτό τον αγώνα για τη δημιουργία μιας νέας εποχής, δεν περισσεύει κανένας πολίτης, κανένας δημοκράτης».
Για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τέλος είπε ότι είναι έτοιμος να πρωταγωνιστήσει σε αυτή την εθνική προσπάθεια και σημείωσε: «Διαπιστευτήριά μας είναι οι μάχες που δώσαμε, είτε ως κυβέρνηση, είτε ως αντιπολίτευση. Και κάθε μάχη, είτε κερδισμένη είτε χαμένη, ήταν για μας ένα συμπέρασμα».
Εγκλωβισμένος στο εγω και «πολυτραυματίας»
Από την άλλη πλευρά ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην διήμερη εμφάνισή του (ομιλία και συνέντευξη Τύπου) παρέμεινε εγκλωβισμένος στο εγώ του και πώς όλα βαίνουν καλώς.
Άλλωστε από τα πρώτα λεπτά των απαντήσεων που έδωσε ήταν εμφανής η αγωνία του να συσπειρώσει το εκλογικό ακροατήριο, κραδαίνοντας την απειλή από την κάλπη της απλής αναλογικής να προκύψει προοδευτική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με ΠΑΣΟΚ, Μέρα25 και με την ανοχή του ΚΚΕ. Μάλιστα, ο κ. Μητσοτάκης, για να στηρίξει τον συλλογισμό του, υποστήριξε ότι ο κ. Ν. Ανδρουλάκης είναι «πιο κοντά» στον ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν είμαι κωλοτούμπας
Με τη φράση «εγώ δεν είμαι κωλοτούμπας» ο Πρωθυπουργός έκλεισε τη συζήτηση για αλλαγή του εκλογικού νόμου, μετά από μία εβδομάδα, κατά την οποία στενοί του συνεργάτες και κορυφαία κυβερνητικά και κομματικά στελέχη επιχειρηματολογούσαν για την αναγκαιότητα μιας τέτοιας πρωτοβουλίας λόγω της διεθνούς κρίσης. υποστήριξε ότι… «οι κανόνες του παιχνιδιού δεν νοούνται να αλλάξουν λίγους μήνες πριν από τις εκλογές» και ότι «θα πορευτούμε με τον ψηφισμένο εκλογικό νόμο», γιατί θα ήταν θεσμικά ανεύθυνο» να προχωρήσει σε παρέμβαση που θα κατέβαζε τον πήχη της αυτοδυναμίας, από το περίπου 37% που είναι σήμερα, για να έχει η Ν.Δ. μεγαλύτερες πιθανότητες για αυτοδυναμία. «Προτιμώ να καταναλώσω την ενέργειας μου για να πείσω τους πολίτες για την ανάγκη ισχυρής κυβέρνησης μέσα από μία αυτοδύναμη Ν.Δ.».
Πρόσθεσε, πάντως, ότι θα προχωρούσε σε αλλαγή του εκλογικού νόμου, αν ερχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας και δεχόταν ότι η κάλπη της απλής αναλογικής είναι βόμβα στα θεμέλια της πολιτικής σταθερότητας και συμφωνούσε στην από κοινού αλλαγή του», κάτι που όμως, όπως είπε, δεν πιστεύει ότι θα συμβεί. Όπως και δεν συνέβη.
Παράλληλα χαρακτήρισε «τεκμηριωμένη» την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη, προσθέτοντας ότι τα ρήγματα στην εθνική ασφάλεια δεν δημιουργούνται από τον μπακάλη ή το μανάβη, αλλά από πρόσωπα με εξουσία και κύρος. Κάλεσε μάλιστα εκ νέου τον κ. Ανδρουλάκη να πάει στην ΕΥΠ και να ενημερωθεί για τις λεπτομέρειες της παρακολούθησης του.
ΥΠΟΙΚ: Σε 23,5 δισ. ευρώ κόστος για το 2023 και επιπλέον μόνιμο δημοσιονομικό 10 δισ. ευρώ για κάθε ένα από τα επόμενα έτη
Σε 23,5 δισ. ευρώ κόστος για το 2023 και επιπλέον μόνιμο δημοσιονομικό 10 δισ. ευρώ για κάθε ένα από τα επόμενα έτη, προσδιορίζει το υπουργείο Οικονομικών το κόστος των εξαγγελιών του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ Αλέξη Τσίπρα από το βήμα της ΔΕΘ. Τα οποία, σύμφωνα με το υπουργείο, σημαίνουν χειροτέρευση του πρωτογενούς αποτελέσματος της χώρας κατά 11,2% το 2023 (από πλεόνασμα 1% σε έλλειμμα άνω του 10%) και χειροτέρευση του πρωτογενούς αποτελέσματος κατά 5% για κάθε ένα από τα επόμενα έτη (από πλεόνασμα 2% σε έλλειμμα 3% το 2024 και μετέπειτα).
Συγκεκριμένα, η ανακοίνωση του υπουργείου έχει ως εξής:
«Ο κ. Τσίπρας ξεπέρασε σε ανέξοδες εξαγγελίες κάθε όριο δημοσιονομικής λογικής: 23,5 δισ. ευρώ μέτρα για το 2023 και επιπλέον μόνιμο δημοσιονομικό κόστος 10 δισ. ευρώ για κάθε ένα από τα επόμενα έτη. Κατάφερε να ξεπεράσει σε ψέματα και τον εαυτό του στο Πρόγραμμα «αυταπάτη» Θεσσαλονίκης του 2014, που ανήρχετο σε 13,5 δισ. ευρώ. Συνεπώς, ο κ. Τσίπρας λέει ψέματα (δυο φορές «αυταπάτη» δεν γίνεται) που οδηγούν ευθέως σε νέα μνημόνια, ακριβώς όπως έκανε και το 2014, χωρίς κανένα σεβασμό για τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών.
Συνολικά, το δημοσιονομικό κόστος των μέτρων που εξήγγειλε μόνο για το 2023 ανέρχεται σε 11,5 δις ευρώ και επιπλέον 12 δισ. ευρώ για το πλαφόν στο ρεύμα- που απέφυγε να κοστολογήσει, σύνολο: 23,5 δισ. ευρώ! Ενώ το μόνιμο δημοσιονομικό κόστος, χωρίς το πλαφόν στο ρεύμα για κάθε ένα από τα επόμενα έτη ανέρχεται σε 10 δισ. ευρώ. Και αυτά, υπό την υπόθεση ότι αυξάνονται και πάλι οι ασφαλιστικές εισφορές 3 μονάδες και επανέρχεται η εισφορά αλληλεγγύης, άλλως το μόνιμο δημοσιονομικό κόστος αυξάνεται στα 12 δισ. ευρώ.
Τι σημαίνουν τα ανωτέρω;
Σημαίνουν χειροτέρευση του πρωτογενούς αποτελέσματος της χώρας κατά 11,2% το 2023 (από πλεόνασμα 1%, οδηγούμαστε σε έλλειμμα άνω του 10% – χειρότερο από το 2020 που ήταν έτος πανδημίας) και χειροτέρευση του πρωτογενούς αποτελέσματος κατά 5% για κάθε ένα από τα επόμενα έτη (από πλεόνασμα 2%, οδηγούμαστε σε έλλειμμα 3% το 2024 και μετέπειτα).
Με άλλα λόγια, η χώρα τίθεται εκτός στόχων προγράμματος σταθερότητας, σε αδυναμία κάλυψης των χρηματοδοτικών της αναγκών και με δραστική περικοπή στο Ταμείο Ανάκαμψης λόγω θηριώδους παραβίασης των δημοσιονομικών στόχων και αναίρεσης των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων.
Αναλυτικά:
Ο κ. Τσίπρας εξαγγέλλει ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, μιας ΔΕΗ που την άφησε ο ίδιος χρεοκοπημένη, με παράλληλη θέσπιση πλαφόν στη λιανική. Αυτό σηματοδοτεί ότι η διαφορά στο κόστος παραγωγής, που εξαρτάται από τις διεθνείς τιμές φυσικού αερίου, από το κόστος πώλησης, θα επιβαρύνει απευθείας τον κρατικό Προϋπολογισμό. Εάν οι τιμές λιανικής οριστούν στα επίπεδα προ της κρίσης και με τις σημερινές τιμές φυσικού αερίου, αυτό σημαίνει δημοσιονομικό κόστος και αύξηση του πρωτογενούς ελλείμματος της χώρας 12 δις ευρώ ετησίως!
Πιο συγκεκριμένα, η χώρα εισάγει 70 TW φυσικού αερίου ετησίως, εκ των οποίων 50 TW κατευθύνονται στην ηλεκτροπαραγωγή και το κόστος εισαγωγής από 30 ευρώ ανά Mwh βρίσκεται σήμερα στα 200 ευρώ ανά Mwh, ενώ πριν λίγες ημέρες ήταν άνω των 300 ευρώ ανά Mwh. Αυτό σημαίνει μια αύξηση του κόστους, με τις σημερινές τιμές, περί των 12 δισ. ευρώ ετησίως, που θα αποτελεί απευθείας έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού.
Παράλληλα ο κ. Τσίπρας εξαγγέλλει παρέμβαση στο ελληνικό χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας με ανώτατο όριο τιμών και αποσύνδεση της χονδρεμπορική τιμής ρεύματος από την τιμή φυσικού αερίου. Να ενημερώσουμε τον κ. Τσίπρα αυτό ακριβώς ήδη κάνει το επιτυχημένο Ελληνικό Μοντέλο που προσπαθούν να αντιγράψουν σήμερα οι άλλες Ευρωπαϊκές Χώρες.
Ο κ. Τσίπρας προτείνει επιπλέον πλαφόν στην διεθνής τιμή φυσικού αερίου. Αυτό κ. Τσίπρα θα γίνει μονομερώς από την Ελλάδα, παρεμβαίνοντας στο ολλανδικό χρηματιστήριο φυσικού αερίου; Ή θα μείνει η χώρα χωρίς φυσικό αέριο και ηλεκτρισμό;
Ο κ. Τσίπρας εξήγγειλε φορολόγηση των υπερκερδών στην ενέργεια και ότι μέσω του μηχανισμού αυτού θα συλλέξει 3 δισ. ευρώ. Να ενημερώσουμε τον κ. Τσίπρα ότι μέσω του μηχανισμού διακράτησης των κερδών της ελληνικής κυβέρνησης σε μόλις 2,5 μήνες, έχουν ήδη εισπραχθεί 2 δισ. ευρώ και μέχρι τέλους του έτους αναμένεται να συλλεχθούν περί τα 5 δισ. ευρώ, χρήματα που κατευθύνονται απευθείας για εκπτώσεις στους λογαριασμούς ρεύματος των πολιτών.
Ας δούμε όμως και τα υπόλοιπα μέτρα που εξήγγειλε ο κ. Τσίπρας:
*Μείωση ΕΦΚ καυσίμων στον κατώτερο συντελεστή ΕΕ (πετρέλαιο κίνησης, πετρέλαιο θέρμανσης, βενζίνη, φυσικό αέριο): 1,5 δισ./ έτος.
*Μη καταβολή ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο: 160 εκατ./χρόνο.
*Μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα: (αναφέρει 960 εκατ./χρόνο): Το κόστος με βάση τα φορολογικά έσοδα ανέρχεται σε 1,3 δισ. ευρώ.
*Τιμαριθμική αναπροσαρμογή στους μισθούς δημοσίων υπαλλήλων (αναφέρει 1,3 δισ. για το 2023 με πληθωρισμό 8,9% για το 2022): Η μισθολογική δαπάνη του δημοσίου είναι 19 δισ. ευρώ ετησίως, συνεπώς το κόστος είναι 1,7 δισ. ευρώ τον πρώτο χρόνο και βαίνει αυξανόμενο τα επόμενα έτη.
*Αναδρομικά στους συνταξιούχους : 2,5 δισ. σε 3 ετήσιες δόσεις (αναφέρει 830 εκατ. για το 2023). Η δαπάνη εγγράφεται δημοσιονομικά το έτος που γίνεται η σχετική νομοθεσία, ανεξαρτήτως πότε καταβάλλονται αυτά ταμειακά, συνεπώς το κόστος είναι 2,5 δισ. ευρώ για το 2023.
*13η σύνταξη: 830 εκατ./έτος (καθαρά).
*Αναπροσαρμογή συντάξεων: 600 εκατ. για το 2023.
*Αύξηση αφορολόγητου στις 10.000 για όσους ήδη καλύπτονται από αφορολόγητο: 223 εκατ. / χρόνο.
*Θέσπιση αφορολόγητου στις 10.000 για ελ. Επαγγελματίες-αυτοαπασχολούμενους : 160 εκατ./χρόνο.
*Κατάργηση τέλους επιτηδεύματος (αναφέρει 400 εκατ./χρόνο): το κόστος ανέρχεται σε 450 εκατ. το χρόνο.
*Νέο ΕΣΥ (μισθολόγιο, προσλήψεις)- 2 δισ. σε βάθος τετραετίας- 500 εκατ. για το 2023.
*Παιδεία- ολιστικό σχέδιο: 291 εκατ. για το 2023.
*Ενίσχυση ΑμεΑ: αύξηση αναπηρικού επιδόματος 140 εκατ./έτος (τα υπόλοιπα μέτρα για ΑμεΑ θεωρεί ότι θα είναι επιλέξιμα να χρηματοδοτούν από ταμείο ανάκαμψης).
*Επίδομα μητέρας (επέκταση και αύξηση): 325 εκατ./χρόνο.
*Επέκταση του επιδόματος μητρότητας στις αυτοαπασχολούμενες, ελεύθερες επαγγελματίες και αγρότισσες από τους 4 στους 9 μήνες: 70 εκατ./χρόνο.
*Ειδική άδεια μητρότητας σε αυτοαπασχολούμενες, ελεύθερες επαγγελματίες, αγρότισσες : 90 εκατ./χρόνο.
*Βρεφονηπιακοί και σχολικά γεύματα (επέκταση): 380 εκατ./χρόνο.
*Στεγαστική πολιτική : επίδομα ενοικίου 255 εκατ./έτος.
Δημοσιονομικό κόστος μέτρων για το 2023: 11,5 δισ. ευρώ και επιπλέον 12 δισ. ευρώ για το πλαφόν στο ρεύμα, σύνολο: 23,5 δισ. ευρώ! Μόνιμο δημοσιονομικό κόστος χωρίς το πλαφόν στο ρεύμα για κάθε ένα από τα επόμενα έτη: 10 δισ. ευρώ! Σε αυτά προφανώς δεν έχει συμπεριλάβει τα 2,1 δισ. ευρώ το κόστος μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και εισφοράς αλληλεγγύης, εκτός εάν σκοπεύει να τα επαναφέρει.
Αυτό σηματοδοτεί χειροτέρευση του πρωτογενούς αποτελέσματος της χώρας κατά 11,2% το 2023 (από πλεόνασμα 1%, οδηγούμαστε σε έλλειμμα 10%- χειρότερο από το 2020 που είχαμε πανδημία) και χειροτέρευση του πρωτογενούς αποτελέσματος κατά 5% για κάθε ένα από τα επόμενα έτη (από πλεόνασμα 2%, οδηγούμαστε σε έλλειμμα 3%).
Με άλλα λόγια, η χώρα τίθεται εκτός στόχων προγράμματος σταθερότητας και απευθείας σε αδυναμία κάλυψης των χρηματοδοτικών της αναγκών. Συνεπώς, ο κ. Τσίπρας ή λέει ψέματα ή προτείνει νέα μνημόνια, ακριβώς όπως έκανε και το 2014, χωρίς κανένα σεβασμό για τις θυσίες των Ελλήνων και χωρίς να μαθαίνει από τα λάθη του».
Αχτσιόγλου στο ΥΠΟΙΚ: Η κυβέρνηση αναζητά το ψέμα και τη διαστρέβλωση για να τρομάξει τους πολίτες
«Όταν μία κυβέρνηση αναζητά εναγωνίως το ψέμα και τη διαστρέβλωση, για να τρομάξει τους πολίτες απέναντι σε ένα σαφές και ξεκάθαρο πολιτικό πρόγραμμα που στηρίζει τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, τότε αντιλαμβάνεται ότι ο πολιτικός της χρόνος τελειώνει οριστικά».
Αυτό αναφέρει η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Έφη Αχτσιόγλου, σε εκτενή δήλωση-απάντηση της προς το υπουργείο Οικονομικών.
Η κ. Αχτσιόγλου αναφέρει ότι για το κόστος ενέργειας «το Υπουργείο Οικονομικών νομίζει ότι μία κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. θα συνεχίσει να επιδοτεί την αισχροκέρδεια. Κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια». Ειδικότερα ως προς αυτό αναφέρει τα εξης:
«Πρώτον, στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος αποσυνδέεται από αυτή του φυσικού αερίου, πράγμα που άλλες χώρες της ΕΕ έχουν σπεύσει εδώ και μήνες να κάνουν, ενώ πλέον προβλέπεται και στις προτάσεις της Κομισιόν.
Δεύτερον, τα περιθώρια κέρδους των ηλεκτροπαραγωγών καθώς και της ΔΕΠΑ παραμένουν ιλιγγιώδη. Αυτά, στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. περικόπτονται και δεν επιδοτούνται από τα δημόσια ταμεία, όσο δύσκολο κι αν είναι να το καταλάβει η κυβέρνηση.
Τρίτον, στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. το σύνολο του επιχειρηματικού κινδύνου και των διακυμάνσεων του κόστους παραγωγής δεν μετακυλίεται στον καταναλωτή, το νοικοκυριό και τη μικρομεσαία επιχείρηση, ούτε χρηματοδοτείται από το κράτος. Αναλαμβάνεται και από τους παίκτες της αγοράς όπως σε κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα που λειτουργεί με κανόνες.
Τα 12 δισ. λοιπόν που αθροίζει το Υπουργείο Οικονομικών στο κόστος των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. υπάρχουν μόνο στην πολιτική στήριξης της αισχροκέρδειας. Δηλαδή στην πολιτική της ΝΔ».
Ως προς τα υπόλοιπα μέτρα που εξήγγειλε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., η κ. Αχτσιόγλου σχολιάζει πως το ΥΠΟΙΚ «συμφωνεί ως φαίνεται με την κοστολόγησή μας πλην τριών εξαιρέσεων». Συγκεκριμένα αναφέρει:
«1. Το κόστος της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών δημοσίων υπαλλήλων. Εδώ είναι προφανές ότι το Υπουργείο Οικονομικών παραθέτει το μεικτό κόστος και όχι το καθαρό κόστος του μέτρου, δεδομένου ότι ένα μέρος των αυξήσεων επιστρέφει δια των φόρων στο δημόσιο. Αν γίνει η αποφορολόγηση, τότε επιβεβαιώνεται το κόστος του μέτρου που παραθέσαμε εξ αρχής.
2. Το κόστος της καταβολής των αναδρομικών στους συνταξιούχους. Εδώ το Υπουργείο Οικονομικών δεν διαφωνεί με την κοστολόγηση, αλλά προβάλει ότι η δαπάνη θα εγγραφεί όλη σε μια χρονιά. Ξεχνά όμως σκοπίμως ότι το πώς εγγράφεται η δαπάνη είναι ζήτημα του τρόπου με τον οποίο νομοθετείται ένα μέτρο και αναγνωρίζεται η υποχρέωση. Επομένως, φυσικά και η δαπάνη μπορεί να εγγραφεί σε τρεις χρονιές εφόσον κάθε χρόνο νομοθετείται η αναγνώριση και η καταβολή συγκεκριμένου ποσού οφειλής.
3. Το κόστος της μείωσης του ΦΠΑ στα τρόφιμα. Εδώ το Υπουργείο Οικονομικών διογκώνει τεχνητά το κόστος προφανώς βασισμένο (πράγμα που αποκρύπτει) στα αυξημένα έσοδα από ΦΠΑ που έχει το 2022 -ακριβώς λόγω της ακρίβειας και της πολιτικής μη παρέμβασης στην αγορά. Εργαλειοποιεί δηλαδή για ακόμη μια φορά την ακρίβεια. Πόσο άραγε έχει αυξηθεί η αφαίμαξη των πολιτών από τον ΦΠΑ στα τρόφιμα φέτος; Θα τολμήσει να το πει στους πολίτες; Τα στοιχεία του 2019 (περίοδος εκτός πανδημίας) επιβεβαιώνουν ότι το κόστος μείωσης του ΦΠΑ στα τρόφιμα είναι αυτό που αναφέρουμε, δηλαδή τα 960 εκατ.
Ως προς το σκέλος των εσόδων, να ενημερώσουμε την κυβέρνηση ότι η φορολόγηση των πραγματικών υπερκερδών στο σύνολο του τομέα της ενέργειας ουδεμία σχέση έχει με τον υποτιθέμενο μηχανισμό που νομοθέτησε η ίδια πριν δυο μήνες και επιτρέπει τεράστιο περιθώριο κέρδους στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας και ακόμη περισσότερα υπερκέρδη στη λιανική σε σύγκριση ακόμη και με τη ρήτρα αναπροσαρμογής που υποτίθεται θα καταργούσε».
Τονίζει σε η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ ότι το κόμμα «εισηγείται τη φορολόγηση όλων των πραγματικών υπερκερδών, που είναι εξάλλου δημοσιοποιημένα, των εταιρειών παραγωγής ενέργειας, αλλά και διύλισης και εμπορίας πετρελαίου και παροχής αερίου. Τα υπερκέρδη αυτά αθροίζουν 4,1 δισ. Η φορολόγηση τους κατά 90% θα εισφέρει στα δημόσια ταμεία 3,69 δισ.
Προφάσεις εν αμαρτίαις λοιπόν οι ανέξοδες κραυγές, για ένα πρόγραμμα ρεαλιστικό που απαντά στις κοινωνικές ανάγκες».
Σχολιάζει ότι «μακάρι βέβαια ο δημόσιος διάλογος να διεξαγόταν σ’ αυτό το επίπεδο», όμως «δυστυχώς η ΝΔ έχει επιλέξει έναν άλλο δρόμο».
Η κ. Αχτσιόγλου αναφέρει ότι η ΝΔ «μιλά για απάτη όταν:
-Ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ 2021 έκανε λόγο για αυξήσεις έως 2 ευρώ στους λογαριασμούς ρεύματος και φέτος οι εργαζόμενοι χρειάζονται 2 κατώτατους μισθούς για ρεύμα λόγω των αυξήσεων.
-Η κυβέρνηση προέβλεπε στον Προϋπολογισμό 0,8% πληθωρισμό το 2022 και τον Αύγουστο ο πληθωρισμός ήταν στο 11,4%.
-Υποσχόταν φορολογική ελάφρυνση και έχει φεσώσει με 2,5 δισ. περισσότερο ΦΠΑ τους πολίτες στο 7μηνο, αφήνοντας ανεξέλεγκτη την ακρίβεια.
-Έταζε δικαιοσύνη στους απόμαχους της δουλειάς και τελικά τους έκοψε τη μόνιμη 13η σύνταξη -πλήρη για χαμηλές και αναλογική για ψηλότερες συντάξεις- και τώρα «πουλάει» ως επίτευγμα τις αυξήσεις που προβλέπονταν ήδη από νόμο του 2017».
Αναφέρει ακόμη ότι «ως προς την αποστροφή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έβαλε τη χώρα στα μνημόνια το 2014, την παραδίδουμε στη χλεύη των πολιτών».
Τέλος υπογραμμίζει ότι «το πρόγραμμα που εξήγγειλε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι σαφές και κοστολογημένο. Για τον πρώτο χρόνο εφαρμογής τους, έχει δαπάνες 9,35 δισ. και έσοδα 3,74 δισ. Δηλαδή δημοσιονομικό κόστος 5,6 δισ. Με τη διάφορα ότι στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. τα λεφτά φεύγουν από τις εταιρείες ενέργειας και πηγαίνουν στον πολίτη, και όχι το αντίστροφο όπως πράττει η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη».