Τέμπη: Γιατί το δυστύχημα προκάλεσε σοκ ακόμη και σε όσους δεν έχασαν δικό τους άνθρωπο

Advertisement

Δεν είναι μόνο η στεναχώρια για τους ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους και ο θυμός για τους υπεύθυνους της τραγωδίας, που οι περισσότεροι Έλληνες αισθάνονται μετά το πολύνεκρο δυστύχημα με τα τρένα στα Τέμπη.

Ο καθένας από εμάς έχει τραυματικές εμπειρίες στη ζωή του και ταυτίζεται είτε συνειδητά, είτε υποσυνείδητα με το συγκεκριμένο γεγονός, σύμφωνα με ειδικούς.

«Μπορεί όλοι να θρηνήσαμε τους ανθρώπους που χάθηκαν στο δυστύχημα, όμως στην πραγματικότητα δεν μας συγκλονίζει τόσο έντονα αυτό καθ’ αυτό το γεγονός. Υπάρχει ένας ψυχολογικός μηχανισμός, διαφορετικός για τον καθέναν, ο οποίος πυροδοτείται μέσα από κάθε τέτοιου τύπου τραγωδία», εξηγεί στο NEWS 24/7 η Λίζα Βάρβογλη, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια Harvard και µέλος του διδακτικού προσωπικού της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Advertisement

Πώς λειτουργεί αυτός ο μηχανισμός; Όποιες τραυματικές εμπειρίες έχει ο καθένας μας, ακόμη και αν δεν σχετίζονται με τον θάνατο, μας προκαλούν υποσυνείδητη ταύτιση με οποιοδήποτε μεγάλο, τραγικό γεγονός και ως εκ τούτου μας προκαλούν έντονο σοκ.

«Μπορεί να είναι τελείως άσχετη η τραυματική εμπειρία του καθενός. Για παράδειγμα, για κάποιους μπορεί να είναι ένα τραυματικό διαζύγιο, ακόμη και πριν από 25 χρόνια, ή κάποιος να είχε τραυματική εμπειρία από τροχαίο πριν από 30 χρόνια. Γεγονότα όπως αυτό στα Τέμπη, μπορεί να ανοίξουν τη συναισθηματική πύλη, η οποία μας ρίχνει σε ένα γκρεμό προσωπικού πόνου», λέει η κ. Βάρβογλη.

Αυτό σημαίνει ότι η οποιαδήποτε τραγωδία αυτού του μεγέθους, μπορεί να ανασύρει τραύματα του δικού μας παρελθόντος.

Advertisement

Έχουν όλοι ψυχικά τραύματα από το παρελθόν;

Έχουν όμως όλοι οι άνθρωποι ψυχικά τραύματα; «Φυσικά», απαντά η ψυχολόγος, ακόμα και αν δεν το γνωρίζουν ή το έχουν ξεχάσει.

«Υπάρχουν κάποιοι για παράδειγμα που υποστηρίζουν ότι δεν έχουν τραυματικό γεγονός. Ωστόσο, και αυτοί είχαν, απλώς δεν θέλουν να το παραδεχθούν ή απλώς δεν το γνωρίζουν, διότι πίστευαν ότι η αρνητική κατάσταση που βίωναν είναι “μέσα στη ζωή”. Για παράδειγμα κάποιος που στο παρελθόν μεγάλωσε με μεγάλες εντάσεις και φασαρίες μεταξύ των γονιών του, έχει ψυχικό τραύμα, ακόμα και αν πλέον το έχει ξεχάσει. Μία σοβαρή ασθένεια που πέρασε κάποιος ως παιδί, επίσης, μπορεί να του ανασύρει αρνητικές μνήμες και να του θυμίσει ότι βρέθηκε κοντά στον θάνατο, και ας μην το καταλαβαίνει στην παρούσα φάση», εξηγεί η κ. Βάρβογλη.

Καμπανάκι για τους εργαζομένους στον ΟΣΕ

Και μπορεί ο γενικός πληθυσμός να αισθάνεται τόσο έντονη θλίψη, όμως είναι ένα συναίσθημα που σύντομα για τους περισσότερους θα αποτελεί παρελθόν, καθώς θα μπει στο χρονοντούλαπο της ψυχολογίας.

Advertisement

Ωστόσο, υπάρχουν και κάποιο άνθρωποι, οι οποίοι βρίσκονται σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση και δεν θα είναι απλό γι’ αυτούς να ξεπεράσουν το συμβάν, ακόμα και αν ούτε και αυτοί είχαν δικό τους άνθρωπο σε κάποιο από τα δύο τρένα.

Πρόκειται, σύμφωνα με την ψυχολόγο, για τους εργαζομένους του ΟΣΕ.

«Οι εργαζόμενοι δεν ανέσυραν απλώς ψυχικά προβλήματα του παρελθόντος, αλλά δέχθηκαν νέα τραύματα, ακόμη και αν βρίσκονταν χιλιόμετρα μακριά από το συμβάν. Κι αυτό διότι αισθάνονται ότι ενώ εργάζονται με ευθύνη, μπορεί ανά πάσα στιγμή να γίνει κάτι πολύ μεγάλο που τους ξεπερνάει», συνεχίζει η κ. Βάρβογλη.

Advertisement

Ως εκ τούτου, οι εργαζόμενοι στον ΟΣΕ βίωσαν έντονα την εμπειρία του κινδύνου του θανάτου ή την αίσθηση ότι είναι παγιδευμένοι.

Ακόμη χειρότερη είναι η ψυχική υγεία όσων είχαν άμεση επαφή με το περιστατικό, καθώς επηρεάστηκαν βαθιά από τη θέαση του θανάτου.

«Γι’ αυτό και είναι σημαντικό αν κάποιος εργαζόμενος νιώθει δυσφορία, να μιλήσει με ειδικό. Για αυτούς τους ανθρώπους θα έπρεπε ήδη να έχει οργανωθεί συμβουλευτική από ειδικούς και ανάλογα με το πώς αισθάνεται κάποιος, να γίνεται και η διαχείρισή του», συμπληρώνει η ίδια.

Advertisement

Πώς θα πρέπει να διαχειριστούν την κατάσταση οι συγγενείς των θυμάτων

Καθώς το αρνητικό γεγονός ήταν αιφνίδιο και έντονο, οι συγγενείς των θυμάτων είναι φυσιολογικό να βρίσκονται σε κατάσταση σοκ.

«Οι άνθρωποι αυτοί είναι σε βαθιά θλίψη, η οποία μπορεί να κρατήσει από 3 έως 12 μήνες. Ωστόσο, όσο έντονος και αν είναι ο πόνος τους, θα πρέπει να παλέψουν με τον εαυτό τους, ώστε να συνεχίσουν να είναι λειτουργικοί», συμβουλεύει η κ. Βάρβογλη.

Η ίδια αναφέρει ως παράδειγμα, ότι είναι διαφορετικό να πάρει κάποιος άδεια από τη δουλειά του για δύο μήνες και διαφορετικό να παραιτηθεί.

Advertisement

Γενικότερα, δεν πρέπει οι συγγενείς των θυμάτων να εγκαταλείψουν την καθημερινότητα της ζωής τους και να προσπαθούν να είναι λειτουργικοί.

Οι άνθρωποι αυτοί ναι μεν θα πρέπει να αποτίνουν φόρο τιμής στους αγαπημένους τους που έχασαν, όμως δεν θα πρέπει να βγουν από την καθημερινότητά τους, αντιμετπόζοντας παράλληλα τον πόνο τους.

«Σημαντικό είναι να κάνουν και θεραπεία και θα ήταν πολύ βοηθητικό να ενταχθούν ακόμα και σε ομάδες με άτομα που έχουν κοινά προβλήματα, ώστε να επεξεργαστούν τον θρήνο τους».

Advertisement

Προσοχή στην «τοξική θετικότητα» όταν μιλάμε σε συγγενή θύματος

Οι ειδικοί συμβουλεύουν ότι ο τρόπος με τον οποίο θα προσπαθήσουν οι οικείοι να ανακουφήσουν τον πόνο των συγγενών θυμάτων της τραγωδίας, θα πρέπει να είναι πολύ συγκεκριμένος.

«Είναι τελείως λάθος να πεις στον πατέρα που έχασε το παιδί του με αυτόν τον τρόπο ότι “ο Θεός παίρνει πρώτα τους καλούς στην αγκαλιά του” ή ”τουλάχιστον έγινε ακαριαία και δεν υπέφερε”. Όταν ακούει τέτοιες εκφράσεις κάποιος που θρηνεί, αισθάνεται περισσότερο προσβολή και καθόλου παρηγοριά», λέει η κ. Βάρβογλη.

Η πιο σωστή υποστήριξη σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι να πούμε στον άλλον ότι τον αγαπάμε, πόσο τον νοιαζόμαστε και να τον ρωτήσουμε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε γι’ αυτόν.

Advertisement

Γιατί πρέπει να γίνεται κηδεία

Καθώς κάποιες οικογένειες σκέφτονται να μην κάνουν κηδεία, η ψυχολόγος αναφέρει ότι αυτό είναι λάθος.

«Δυστυχώς, όσο δύσκολο και αν είναι, είναι πολύ σημαντικό να γίνει μια τελετή ως ένα συμβολικό τέλος, ώστε να έχουν οι συγγενείς την αίσθηση ότι αποχαιρέτησαν τον άνθρωπό τους. Η κηδεία είναι ένα ορόσημο με μεγάλη σημασία», λέει η κ. Βάρβογλη.

Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτή η άρνηση της κηδείας, δείχνει ότι οι συγγενείς δεν μπορούν να δεχθούν τον θάνατο.

Advertisement

Ωστόσο, η κηδεία είναι σημαντική και για λόγους συμβολικούς, δηλαδή ότι τελειώνει ο κύκλος της ζωής όπως ήταν και ανοίγει ένας άλλος, αυτός της ζωής χωρίς τον αγαπημένο μας άνθρωπο.

«Δυστυχώς η οικογένεια θα πρέπει να περάσει στην επόμενη ημέρα και η κηδεία συμβολικά θα βοηθήσει τα μέλη της σε κάτι τέτοιο. Ακόμη και τα έντονα αρνητικά χαρακτηριστικά μιας κηδείας, βοηθούν μακροπρόθεσμα», καταλήγει η ίδια.

Advertisements

Δείτε και αυτά:

Advertisement