Συνομιλίες που «καίνε» εν ενεργεία αστυνομικούς κατέγραψε ο «κοριός» της Ελληνικής Αστυνομίας, στο πλαίσιο της μεγάλης έρευνας για το «ξήλωμα» κυκλώματος εκβιαστών.
Στις 31 Ιουλίου 2019 μέλος του κυκλώματος ζήτησε από αστυνομικό να βρει κάποιον να ελέγξει τη δικαστική ταυτότητα του ίδιου και του «Μανιάτη», λέγοντας:
«Έχουμε κανέναν να μας κάνει ένα τσεκ ιν, ένα εμένα και ένα του… (σ.σ. αναφέρεται στον «Μανιάτη», γιατί δε μου έχει έρθει καμία απόφαση, να πάω να δώσω αύριο παρόν;».
Σε άλλο σημείο του προανακριτικού υλικό αναφέρεται ότι στις 14 Αυγούστου 2019 ο «Μανιάτης» ρώτησε συνεργό του εάν το «παρών» που έπρεπε να δώσει στις 16 Αυγούστου 2019 στο Α.Τ. της περιοχής του είναι εντάξει, προφανώς επιδιώκοντας να μην εμφανιστεί στο Αστυνομικό Τμήμα χωρίς επιπτώσεις (διότι το «παρών» θα καταγραφόταν σαν να είχε μεταβεί στο Α.Τ.). Ο συνεργός του απάντησε χαρακτηριστικά ότι «είναι σίγουρο».
Στη δικογραφία οι αστυνομικοί της Δίωξης Εκβιαστών σημειώνουν ότι από την έρευνα προέκυψε ότι κατά τις ημέρες που όφειλε ο «Μανιάτης» να εμφανιστεί στο Τμήμα Ασφαλείας της περιοχής του για «παρών», ουδέποτε πληκτρολογήθηκε στις εφαρμογές της ΕΛ.ΑΣ., γεγονός που είναι η πρώτη υπηρεσιακή ενέργεια που πραγματοποιείται όταν οποιοδήποτε άτομο εμφανίζεται στο Τμήμα Ασφαλείας για να δηλώσει «παρών», σύμφωνα με τους σε βάρος του περιοριστικούς όρους. Στη δικογραφία αφήνεται δηλαδή να εννοηθεί ότι ο «Μανιάτης» φαινόταν να δίνει το «παρών» στο Α.Τ. χωρίς στην πραγματικότητα να έχει φυσική παρουσία.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία από άλλη επισύνδεση. Το απόγευμα της 19ης Δεκεμβρίου 2019 μέλος του κυκλώματος (απότακτος αστυνομικός) συνομιλεί με εν ενεργεία αστυνομικό και αναφέρεται σε κλητήριο θέσπισμα που υπήρχε σε Αστυνομικό Τμήμα του Πειραιά και αφορούσε στον 50χρονο «Μανιάτη» (αρχηγικό μέλος) για υπόθεση υπεξαίρεσης-απάτης χρηματικού ποσού 20.000 ευρώ. Ο αστυνομικός πρότεινε με τη μεσολάβησή τους το έγγραφο να «χαθεί» επίτηδες από το Γραφείο Επιδόσεων του Αστυνομικού Τμήματος, προκειμένου να αναβαλλόταν η εκδίκαση της υπόθεσης. Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε ο αστυνομικός, το έγγραφο δεν είχε χρεωθεί σε κάποιον αστυνομικό αλλά φαινόταν «χρεωμένο» στο γραφείο επιδόσεων. Στη συνέχεια, ο απότακτος αστυνομικός (μέλος του κυκλώματος) κάλεσε τον «Μανιάτη», αναφέροντάς του τα σχετικά με την υπόθεση που αφορούσε στο κλητήριο θέσπισμα, με τον «Μανιάτη» να σχολιάζει ότι είχε επιστρέψει τα χρήματα στον μηνυτή.
Το Τζόκερ και ο εφοπλιστής
Θύμα του κυκλώματος εκβιαστών έπεσε ένας υπερτυχερός του Τζόκερ από την Ερμούπολη της Σύρου, ο οποίος φέρεται να έχασε συνολικά 850.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τη δικογραφία που σχημάτισε η Δίωξη Εκβιαστών, τα μέλη του κυκλώματος προσέγγισαν τον 60χρονο το 2019. Ένας από αυτούς του παρουσιάστηκε ως εφοπλιστής, ενώ το αρχηγικό μέλος του κυκλώματος με το ψευδώνυμο «Μανιάτης» φέρεται να τον έπεισε ότι χρηματοδοτούσε πολύ γνωστό καζίνο στη Θεσσαλονίκη. Ο 50χρονος «Μανιάτης» πρότεινε στον 60χρονο να συμμετάσχει και ο ίδιος στην επένδυση, προκειμένου να του επιστρεφόταν το ποσό μετά από έξι μήνες προσαυξημένο στο διπλάσιο και τριπλάσιο.
Το θύμα είχε κερδίσει στο Τζόκερ 1.750.000 ευρώ.
Από άλλη επισύνδεση του «κοριού» της Αστυνομίας προέκυψε ότι τα μέλη του κυκλώματος απέσπασαν από εφοπλιστή 800.000 ευρώ, με το πρόσχημα της πραγματοποίησης έργων στη Μητρόπολη. Οι αστυνομικοί αναζήτησαν το θύμα, ωστόσο δεν κατέστη δυνατή η εξακρίβωση των στοιχείων ταυτότητάς του.
Ο ρόλος του «κληρικού»
Στο μεταξύ, ένας 47χρονος από τη Λακωνία είναι ο «κληρικός» του κυκλώματος εκβιαστών, το οποίο «ξηλώθηκε» μετά από τριετή έρευνα της Αστυνομίας.
Μαζί με «πρωταγωνιστή» του κυκλώματος (που απεβίωσε το 2021 λόγω Covid) ο «κληρικός» εμφανιζόταν να σχεδιάζει την πώληση όπλου σε άτομο από την Ύδρα έναντι 2.000 ευρώ. Ο «παπάς» θα πραγματοποιούσε την παράδοση του όπλου στον «πελάτη». Σε άλλη συνομιλία αναφέρεται και πάλι στην πώληση όπλου έναντι 1.800 ευρώ σε άτομο με το ψευδώνυμο «κουρέας». Και σε αυτή την περίπτωση ο 47χρονος ρασοφόρος θα παραλάμβανε το όπλο από το συνεργό του και θα το παρέδιδε στον «πελάτη».
Αίσθηση προκαλεί το ποινικό παρελθόν του «κληρικού». Μεταξύ άλλων είχε σχηματιστεί δικογραφία σε βάρος του από το Τμήμα Ασφαλείας Συντάγματος γιατί είχε παρουσιαστεί το 2017 ως ρασοφόρος σε ιδιοκτήτρια καταστήματος εμπορίας πολύτιμων μετάλλων και λίθων, πείθοντάς την να συνάψει επαγγελματική σχέση με άνθρωπο της εκκλησίας για να εκποιήσει αντικείμενα. Παράλληλα, κατάφερε να της αποσπάσει 4.000 ευρώ.
Το 2020 πούλησε τρεις «πολύτιμους λίθους» σε κατάστημα εμπορίας χρυσού στον Πειραιά, αποσπώντας 4.000 ευρώ. Ο ιδιοκτήτης του καταστήματος διαπίστωσε με καθυστέρηση ότι οι «πολύτιμοι λίθοι» ήταν στην πραγματικότητα πέτρες. Επίσης, στο παρελθόν έχει κατηγορηθεί για ενδοοικογενειακή βία μετά από μήνυση της εν διαστάσει συζύγου του. Ο 47χρονος δεν ήταν αρχηγικό μέλος της οργάνωσης, ωστόσο, συνεργαζόταν με «πρωταγωνιστές» του κυκλώματος.
Από τις συνομιλίες που κατέγραψε ο «κοριός» της Αστυνομίας προέκυψε ότι τα μέλη του κυκλώματος χρησιμοποιούσαν κωδικές ονομασίες όταν αναφέρονταν στα όπλα: «Σίδερα», «σαρανταεφτάρα ψηλή ρωσίδα», (KALASHNIKOV), για τα όπλα, «μπρασελέδες», «ανταλλακτικά», «κουτιά», «τακούνια», «ρούχα» και «παπούτσια» (για τα περιφερειακά τμήματα των όπλων).
Vip… θύματα
Ως… μετρ στις απάτες περιγράφεται από τους αστυνομικούς το αρχηγικό μέλος της εγκληματικής οργάνωσης, με εξαιρετικά «πλούσιο» ποινικό παρελθόν: «Ο 50χρονος εμφανιζόταν στις περισσότερες των περιπτώσεων, ως άτομο που συνεργάζεται με μερικά από τα μεγαλύτερα και πιο γνωστά καζίνο της χώρας και είχε ως αντικείμενο το δανεισμό με την μέθοδο της ενεχυρίασης, σε … vip πελάτες των καζίνο, οι οποίοι μετά τον δανεισμό, επέστρεφαν αυτά τα ποσά προσαυξημένα.
Φέρεται να έπειθε τα θύματα, τόσο για το επιβεβαιωμένο κέρδος που θα είχαν από την συνεργασία μαζί του, όσο και για την νομιμότητα και τυπικότητα των συναλλαγών τους, προτρέποντας τους να επενδύσουν σε αυτόν, δίνοντας του χρηματικά ποσά ως κεφάλαιο, το οποίο στη συνέχεια θα χρησιμοποιούσε στον δανεισμό και ακολούθως θα τους το επέστρεφε προσαυξημένο μετά από λίγες ώρες.
Αφού τους έπειθε και τελικά κατάφερνε να αποσπάσει το κεφάλαιο, εξαφανίζονταν χρησιμοποιώντας διάφορες δικαιολογίες, αποκομίζοντας το παράνομο περιουσιακό όφελος. Στο πλαίσιο της ίδιας δραστηριότητας χρησιμοποιούσε και άλλου είδους προφάσεις, όπως αγοραπωλησία χρυσών λιρών, πλακών χρυσού, ρολογιών και άλλων αντικειμένων, τα οποία με την πρόφαση ότι θα τους τα πωλούσε σε πολύ χαμηλότερες τιμές από αυτές της αγοράς, τους αποσπούσε χρήματα, χωρίς όμως στην πραγματικότητα να προχωρήσει σε συναλλαγή και να δώσει το αντίστοιχο αντικείμενο στο θύμα.
Προκειμένου να γίνει πιστευτός, για να εξαπατήσει τα θύματα του αποσπώντας τους τα χρηματικά ποσά, τους έδινε ως εγγύηση πλαστές επιταγές, πλαστές τραπεζικές επιταγές ή άλλα νόθα πολύτιμα αντικείμενα».