Σύνταξη χηρείας: Πότε περιορίζεται στο 35%, πώς μοιράζεται σε τέκνα και πρώην συζύγους

Advertisement

Η σύζυγος, τα παιδιά μέχρι την ολοκλήρωση των σπουδών, ο/η σύζυγος, αλλά και ο/η πρώην σύζυγος δικαιούνται σύνταξη χηρείας. Ακόμη και εάν δουλεύουν ή συνταξιοδοτούνται. Μόνο το ποσό αλλάζει, ενώ υπάρχουν πρόσθετες προϋποθέσεις για τους/τις… πρώην.

Η σύνταξη χηρείας χορηγείται από την ημέρα θανάτου του δικαιούχου-άμεσα ασφαλισμένου, είτε αυτός ελάμβανε σύνταξη, είτε εργαζόταν (με βάση τα έως τότε έτη ασφάλισης). Υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση συνταξιοδότησης λόγω θανάτου θα κατατεθεί εντός 12μήνου από την ημερομηνία της απώλειας.

Κατά την πρώτη, μετά την ημερομηνία θανάτου, 3ετία η σύνταξη ορίζεται στο 70% του ποσού που ελάμβανε (ή επρόκειτο να πάρει εάν εργαζόταν) ο άμεσα ασφαλισμένος. Ανεξαρτήτως εργασίας, συνταξιοδότησης ή οικογενειακού εισοδήματος του/της συζύγου.

Advertisement

Απλώς, μετά την πάροδο τριών ετών η σύνταξη περιορίζεται στο 50% αυτής (σ.σ. στο 35% της σύνταξης του θανόντος) στις περιπτώσεις εργασίας ή συνταξιοδότησης εξ ιδίου δικαιώματος του συζύγου.

Εάν ο συνταξιούχος λόγω θανάτου δεν εργάζεται με πλήρη ασφάλιση, η σύνταξη θα μειώνεται κατά 50% μόνο για τις συγκεκριμένες ημέρες που εργάζεται και μόνο για το σύνολο του μήνα που αυτοαπασχολείται.

Διαζευγμένοι

Σε περίπτωση που πέραν του χήρου επιζώντος συζύγου υπάρχει και διαζευγμένος σύζυγος δικαιούμενος και αυτός σύνταξη λόγω θανάτου, τότε το 70% της σύνταξης επιμερίζεται σε ποσοστό 75% για τον χήρο και 25% για τον διαζευγμένο όταν υπήρχε γάμος διάρκειας δέκα ετών πριν τη διάλυση. Για κάθε δε επιπλέον έτος έγγαμου βίου του διαζευγμένου, πέραν του 10ου και μέχρι και του 35ου, η σύνταξη του διαζευγμένου αυξάνεται κατά 1% και μειώνεται αναλόγως κατά 1% η σύνταξη του χήρου, και σε περίπτωση διάρκειας του έγγαμου βίου του διαζευγμένου πέραν των 35 ετών, η σύνταξη λόγω θανάτου επιμερίζεται κατά ποσοστό 50% στον καθένα.

Advertisement

Για τη χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου, στον διαζευγμένο σύζυγο θα πρέπει:

α) Ο πρώην σύζυγος, κατά τη στιγμή του θανάτου του, να κατέβαλλε σε αυτόν ή να υποχρεούνταν να του καταβάλει διατροφή βάσει δικαστικής απόφασης ή μεταξύ τους σύμβασης.

β) Να είχαν συμπληρωθεί 10 χρόνια έγγαμου βίου μέχρι τη λύση του γάμου με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.

Advertisement

γ) Το διαζύγιο να μην οφείλεται σε ισχυρό κλονισμό της έγγαμης συμβίωσης λόγω υπαιτιότητας του αιτούντος τη σύνταξη.

δ) Το μέσο μηνιαίο ατομικό φορολογητέο εισόδημα διαζευγμένου επιζώντος συζύγου να μην υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού του επιδόματος κοινωνικής αλληλεγγύης ανασφάλιστων υπερηλίκων, δηλαδή τα 775 ευρώ.

ε) Να μην έχει τελεστεί άλλος γάμος ή σύμφωνο συμβίωσης.

Πρόβλεψη για… εικονικούς γάμους

Σε περίπτωση που ο γάμος πραγματοποιήθηκε μετά την απονομή σύνταξης γήρατος στον θανόντα και η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντος και του επιζώντος συζύγου, αφού αφαιρεθεί το διάστημα του γάμου τους, είναι μεγαλύτερη από 10 έτη, τότε το ποσό της σύνταξης που δικαιούται ο επιζών σύζυγος μειώνεται ως ακολούθως:

Advertisement

Κατά 1% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 10ο έως και το 20ό.

Κατά 2% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 21ο έως και το 25ο.

Κατά 3% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 26ο έως και το 30ό.

Κατά 4% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 31ο έως και το 35ο.

Advertisement

Κατά 5% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 36ο και άνω.

Σύνταξη τέκνων

Εάν ο θανών καταλείπει ένα τέκνο, αυτό λαμβάνει το 25% του ποσού της σύνταξής του. Εάν το τέκνο είναι ορφανό από τους δύο γονείς, αλλά δικαιούται σύνταξη από τον ένα, τότε λαμβάνει ποσοστό 50%. Εάν ο θανών καταλείπει περισσότερα του ενός τέκνα, αυτά θα επιμεριστούν ισόποσα το ποσοστό σύνταξης που απομένει μετά την αφαίρεση του 70% που δικαιούται ο επιζών/ή και ο διαζευγμένος – δηλαδή στα τέκνα επιμερίζεται το 30%.

Τα αμφοτεροπλεύρως ορφανά παιδιά που πάσχουν από νοητική υστέρηση ή αυτισμό ή πολλαπλές βαριές αναπηρίες ή από χρόνιες ψυχικές διαταραχές που επιφέρουν μόνιμο ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, δικαιούνται το σύνολο του ποσού της σύνταξης που λάμβανε ο θανών συνταξιούχος ή δικαιούνταν ο θανών ασφαλισμένος, με την προϋπόθεση να μην εργάζονται, να μην ασκούν κάποιο επάγγελμα ή να μη λαμβάνουν σύνταξη από δική τους εργασία.

Advertisement

Το κατώτατο ποσό

Ως κατώτατο ποσό σύνταξης λόγω θανάτου ορίζεται το πλήρες ποσό της εθνικής σύνταξης για 20 έτη, δηλαδή 413 ευρώ. Εάν ο θανών είχε λιγότερα από 20 χρόνια ασφάλισης, το ποσό αυτό μειώνεται κατά 1,25% για κάθε έτος που υπολείπεται των 20 και μέχρι τα 15 έτη ασφάλισης. Εάν ο χρόνος ασφάλισης του θανόντος είναι μικρότερος των 15 ετών, χορηγείται ως κατώτατο ποσό τα 388 ευρώ.

Πηγή

Advertisements

Δείτε και αυτά:

Advertisement